Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2024

 Μάζεμα-διατήρηση ελιών και λαδιού


Πότε να μαζεύουμε τις ελιές.

Για την καλή ποιότητα του λαδιού έχει μεγάλη σημασία ή εποχή πού θα μαζέψουμε τις ελιές. Γενικά οι πολύ ώριμες δίνουνε κατώτερο λάδι και όσες είναι από κάμπο ή από θέσεις χαμηλές και προαηλιακές χοντρό και πολύ χρωματισμένο. Γι' αυτό τις ελιές του κάμπου πρέπει πάντα να τις μαζεύουμε λίγο αγουρωπές για να επιτυχαίνουμε λάδι λεπτότερο και καλύτερο στην ποιότητα.

 Κι αντίθετα, όσες ελιές καλλιεργούνται ψηλά σε πλαγιές απ' ασβεστόπετρες δίνουνε λάδι πιο λεπτό και πιο ανοιχτό στο χρώμα. Τις ελιές αυτές πρέπει να τις μαζεύουμε όταν μαυρίσουν καλά και πριν αρχίσουνε να ζαρώνουν γιατί τότε έχουνε το περισσότερο και το καλύτερο λάδι κι αν τις αφήσουμε να ωριμάσουν πολύ καλά έχουμε λάδι κατώτερο. Έχουμε ακόμα συμφέρον να μαζεύουμε τις ελιές από τούς χαμηλούς κλώνους με το χέρι και μονάχα από τούς πολύ ψηλούς, πού δε φτάνομε, να ρίχνουμε τις ελιές χτυπώντας τα κλωνιά ανάλαφρα μα καλάμι. Έτσι δε θα έχουμε μεγάλες ζημίες γιατί δε θα τσακίζουμε τα κλωνιά πού θα δώσουν καρπό τον ερχόμενο χρόνο. Και να κουβαλούμε τις ελιές στο λιοτρίβι σε κοφίνια γιατί με σακιά ζουλίζονται κι ανάβουν.



Μια απάτη.

Σχεδόν σ' όλες τις επαρχίες που καλλιεργείται η ελιά νομίζουνε πως παίρνουν περισσότερο λάδι όταν αργήσουν να λιοτριβίσουνε τις ελιές. Άκουσα κτηματία να λέει χαρούμενος πώς από 3 οκ. ελιές πήρε μια οκά λάδι. Ο κτηματίας αυτός είχε γελαστεί πολύ, διόλου δεν είχε πάρει λάδι περισσότερο, ζημία μονάχα μεγάλη είχε πάθει από την ποιότητα του λαδιού που ήταν πια κατώτερη γιατί είχαν σαπίσει οι ελιές. Και γελάστηκε γι' αυτόν το λόγο: Μια οκά ελιές ώριμες όταν σιτευτούνε και χάσουνε το ζουμί τους, ας πούμε πως θα ζυγίζουν 300 δράμια. Οι 3 οκ. ελιές του κτηματία αυτού θα ζύγιζαν αν ήταν φρέσκες 4 οκ. και θα έδιναν το ίδιο ποσόν λαδιού μα θα κέρδιζε περισσότερα από την ποιότητα του. Μερικοί απ' αυτούς για να δικαιολογηθούνε την απάτη τους, λένε πως στύβοντας σιτεμένες ελιές έχουν οικονομία γιατί κάνουνε λιγότερες κοψές ή μύλους. Και πράγματι κάνουνε λιγότερες κοψές. Μα είναι λογικό, τους συμφέρει να χάσουνε την καλή ποιότητα του λαδιού που θα 'παιρναν πιο πολλά λεπτά από εκείνα πού θα ξόδευαν για τις παραπανίσιους μύλους ; Όσοι διαβάσουν αυτά πού γράφω για την απάτη κι' ακολουθούνε τον ίδιο δρόμο, θα μοιάσουν με εκείνον πού λυπάται το καρφί και χάνει το πέταλο.


Πώς να διαλέγουμε τις ελιές

Πριν λιοτριβήσουμε τις ελιές πρέπει να τις διαλέξουμε για να βγάλουμε τις σαβούρες, τις σκουληκιασμένες ελιές και σαπισμένες και τις λιοτριβήσουμε χωριστά γιατί έχουνε πρόστυχο λάδι. Χωριστά λιοτριβούμε και τις χαμάδες (σταφιδιασμένες) γιατί κι αυτές έχουν λάδι τελευταίας ποιότητος. Εγώ στο ελαιουργείο μου διάλεγα τέλεια τις ελιές και σχεδόν ανέξοδα με σταφιδομηχανή που της είχα αλλάξει τα κόσκινα για να περνούν μονάχα οι χαλασμένες. Σε μια ώρα γυρίζοντας την εργάτης με το χέρι καθάριζε 350-400 οκ. ελιές.



Πώς να πλένουμε τις ελιές

Τις λερωμένες ελιές κι αυτές που μαζεύομαι από χάμου ύστερα από βροχή πρέπει καλά να τις πλένουμε με καθαρό νερό για να έχουμε καλό λάδι. Το πλύσιμο μπορούμε να κάνουμε με χειροκόφινανα γεμάτα ίσαμε τη μέση μ' ελιές που βουτούμε 2-3 φορές έως να καθαρίσουν σε στερνίτσα με νερό ή σε θάλασσα σαν τύχη να έχουμε στην ακρογιαλιά το λιοτρίβι. Μερικοί πλένουν τις ελιές στα κοφίνια χύνοντας απάνω πολλές φορές καθαρό νερό. 


Πώς να καθαρίζουμε το λιοτρίβι

Στο λιοτρίβι πρέπει να βασιλεύει ή καθαριότητα γι αυτό μια βδομάδα πριν τα ανοίξουμε για να δουλέψει το σαρώνουμε καλά, ασβεστώνουμε τούς τοίχους και πλένομε, τις πέτρες του μύλου, τα πιεστήρια, το λιμπί, τα αγγεία και τις τσαντήλες με νερό κρύο πού λειώσαμε 6 τα εκατό ποτάσα ή σόδα και τα ξεπλύναμε κατόπι 2-3 φορές με σκέτο καθαρό νερό.

Ή καθαριότητα αυτή του λιοτριβιού πρέπει να γίνεται κάθε σαββατόβραδο και κάθε φορά που λιοτριβήσαμε σαπισμένες ή βρωμολιές. Το πάτωμα του λιοτριβιού πρέπει κάθε μέρα να το καθαρίζουμε από την πυρήνα και να την πηγαίνουμε σε αποθήκη γιατί ανάβει και μας χαλάει το λάδι.

Πρέπει ακόμα να προσέχουμε η κοπριά του αλόγου πού γυρίζει το μύλο να πετιέται αμέσως έξω από το λιοτρίβι και το λυχνάρι πού κρέμεται ανάμεσα στις πέτρες να μη στάζει στις ελιές που αλέθομαι, Τις τσαντήλες από καιρό σε καιρό να τις μπουγαδιάζουμε ή τις πλένομαι με λίγη ποτάσα ή σόδα κι όταν τις στύβουμε για να βγει το λάδι να τις περιχύνουμε με πολύ καυτό και καθαρό νερό. Και να βάφουμε με μίνιο όλα τα μέρη του πιεστηρίου πού δεν ακουμπούν οι τσαντήλες, τα αγγεία απέξω και τα σίδερα του μύλου. Η λίμπα είναι απαραίτητο να χωριστή σε δύο, στη μια μεριά να πηγαίνει το θερμασμένο και στην άλλη αθέρμαντο λάδι.

Το αθέρμαντο λάδι επειδή δύσκολα λαγαρίζει το παίρνομε από τη λίμπα και τα βάζουμε προσωρινά σε τενεκεδένιο καζάνι και ύστερα από 12 ώρες θα έχει καθαρίσει. Βάζοντας ξεχωριστά το αθέρμαντο λάδι κερδίζομε γιατί πουλιέται ακριβότερα. Το λιοτρίβι πρέπει να είναι ζεστό, για αυτό το κλείνομε από το βοριά για να έχει θερμοκρασία 18-20 βαθμούς που είναι η πιο κατάλληλη. Με πιο χαμηλή θα είναι κρύο και θα χαλάει η ποιότητα του λαδιού.


Πώς να διατηρούμε τις ελιές.

Τις ελιές πρέπει να τις λιοτριβούμε το πολύ τρεις ημέρες ύστερα από το μάζεμα, πριν δηλαδή ανάψουν και χαλάσει η ποιότητα του λαδιού. Ωστόσο συμβαίνει σχεδόν πάντοτε να μην μπορούμε να δουλέψουμε τις ελιές αμέσως και να είμαστε αναγκασμένοι να τις διατηρήσουμε για λίγες ημέρες. Στην περίσταση αυτή πρέπει με κάθε τρόπο να τις διατηρήσουμε μονάχα 4-5 μέρες γιατί ξέρουμε πως οι φρέσκες ελιές δίνουνε το καλό λάδι.

Η αποθήκη πρέπει να είναι καθαρή και πλακοστρωμένη, ν' απλώνουμε απάνω τις ελιές σε πάχος όχι μεγαλύτερο από 20-30 πόντους. Όταν μας ζορίσει η ανάγκη να κρατήσουμε τις ελιές στην αποθήκη περισσότερο από 4-5 μέρες τις πασπαλίζομε με αλάτι Όμως καλύτερα είναι να τις διατηρήσουμε σε καλαμωτές πού είναι είδος τελάρων και έχουν μάκρος 2 μέτρα, φάρδος 1 μ. και κούφωμα απάνω κάτω 12 πόντους. Ο πάτος της καλαμωτής αυτής είναι καμωμένος με πήχες ή καλάμια καρφωμένα σε τέτοια απόσταση που να μην πέφτουν οι ελιές και σε κάθε γωνιά έχει ως 8 πόντους τάκο για πόδια, Σαν την καλαμωτή αυτή φτιάνομε πολλές, τις γεμίζομε μ' ελιές και πιθώνουμε τη μια απάνω στην άλλη σ' αποθήκη πού ν' αερίζεται καλά από δυο μέρη με παράθυρα. Έτσι οι ελιές δύσκολα ανάβουν γιατί παίρνουν από παντού αέρα. Είναι αλήθεια πως οι καλαμωτές στοιχίζουν μα θα τις έχουμε για πάντα και θα μπορούμε να διατηρούμε τις ελιές περισσότερες ημέρες και σ' αποθήκη σχετικώς μικρή. Ώσπου να έρθει η σειρά ν' αλέσουμε τις ελιές, είτε πολλές έχουμε είτε λίγες μπορούμε να τις διατηρήσουμε καλά με ένα από τούς τρόπους που είπα. Όσοι έχουνε πολλές συμφέρει να φτιάσουν καλαμωτές και όσοι έχουν λίγες ας τις απλώνουν χάμου στην αποθήκη σε φτενό στρώμα απάνω στις πλάκες, πού πρωτύτερα σάρωσαν κι έπλυναν καλά. Οι ελαιοπαραγωγοί που θα θελήσουν να διατηρήσουνε τις ελιές τους όσο το δυνατό λιγότερο καιρό για να κάνουν διαλεχτό λάδι μπορούν να συνεννοηθούνε μεταξύ τους και κατόπι με τα λιοτρίβια για να κανονίσουνε τις δουλειές τους μ' ένα τρόπο που να ξέρει από πρωτύτερα κάθε νοικοκύρης ποια μέρα ορισμένως θα λιοτριβήσει τις ελιές του. Έτσι θα ξέρει καθένας ποτέ θα μαζέψει τις ελιές του για να μην τις κρατεί πολύ καιρό στην αποθήκη. Τέλος, και εκείνοι που διατηρούνε τις ελιές τους σε καλαμωτές και εκείνοι πού τις απλώνουν χάμου στις πλάκες της αποθήκης δε θα ξεχάσουν ποτέ πως πρέπει να δουλεύουνε ξεχωριστά τις γερές και καλές ελιές και ξεχωριστά τις χαμάδες κι αυτές που πέφτουν από το δέντρο μονάχες τους από αρρώστια ή άλλη αφορμή γιατί είναι χαλασμένες και σάπιες και δίνουνε πρόστυχο λάδι.


Πώς να διατηρούμε το λάδι.

Το λάδι είναι πολύ ντελικάτο και εύκολα τσαγγίζει σε υγρή ή ζεστή αποθήκη ή παίρνει αέρα σε πιθάρι ξέσκεπο. Κατάλληλη αποθήκη είναι η δροσερή και στεγνή. Το λάδι από το χειμώνα που θα μπει στην αποθήκη ως την άνοιξη είναι απαραίτητο να μεταγγιστεί 2-3 φορές σε καθαρά πιθάρια για να ξεχωρίσει από τη μούργα που το ταγγίζει. Όταν έχουμε διυλιστήριο δεν το μεταγγίζουμε παρά το διυλίζομαι πρώτα και ύστερα τ' αποθηκεύομαι. Το λάδι που δε θα πουληθεί αμέσως το βάζουμε σε πιθάρια καθαρά κι από μέσα καλά αλειφωμένα γιατί σαν ιδρώνουν το λάδι τσαγγίζει. Αντί πιθαριού μπορούμε να μεταχειριστούμε για τη διατήρηση του λαδιού τενεκεδένια δοχεία ή νταμιτζάνες για τα διαλεχτά. Σε αγάνωτα σιδερένια και γενικά μετάλλινα δοχεία δεν πρέπει ποτέ να βάζουμε λάδι γιατί χαλάνε.

Τα πιθάρια και τα δοχεία πού θα βάλουμε το λάδι πρέπει πρώτα να τα πλύνουμε καλά με κρύο νερό και ποτάσα ή σόδα και να τα ξεπλύνουμε με μπόλικο κρύο νερό 2-3 φορές. Δοχεία πλυμένα με ζεστό έχουνε μυρουδιά λαδίλας. Βαρέλια που είχαν λάδι και θέλομε να τα ξαναγεμίσουμε πρέπει να τα πλύνουμε με καυστική σόδα (σπίρτο του σαπουνιού). Σε 10 οκ. βρασμένο νερό λειώνομε μια οκά καυστική σόδα και μ' αυτό πλένομε το βαρέλι μέσα κι έξω. Ύστερα τη χύνομε και πλένομε το βαρέλι πρώτα με καυτό νερό μια φορά και κατόπι 2-3 φορές με μπόλικο κρύο. Σε ανάγκη αντί καυστική σόδα μεταχειριζόμαστε ποτάσα του μπακάλη μαζί με λίγο ασβέστη άσβεστο. Τους μήνες του καλοκαιριού που κάνει τις πιο δυνατές ζέστες έχουμε και το μεγαλύτερο φόβο να ταγγίσει το λάδι και για να το προφυλάξουμε πρέπει να λάβουμε σχετικά μέτρα στην αποθήκη και στα δοχεία. Η αποθήκη πρέπει να έχει θερμοκρασία 10-12 βαθμούς και λίγο φώς και να είναι ξηρή και πολύ καθαρή. Είναι καλό προφυλαχτικό ν' απολυμαίνουμε τους τοίχους και το πάτωμα της αποθήκης με ασβέστη ή με γαλαζόπετρα ή άλογόπετρα (θειικό χαλκό) πού μποδίζουν από το να πιάσουνε μούχλα οι τοίχοι. Σε 100 οκ. νερό σβήνομαι 2 οκ. ασβέστη και μ' αυτό ασβεστώνουμε όλη την αποθήκη.

Ή λειώνομε (σε 100 οκ. νερό) 2 οκ. γαλαζόπετρα και ραντίζουμε τους τοίχους και το πάτωμα. 


Για προφυλαχτικό στο τσάγγισμα συμβουλύουν να ρίχνουμε σε κάθε 100 οκ. λάδι 100 δράμια ψιλή και καθαρή ζάχαρη, λειωμένη σε 60-70 δράμια κρύο λάδι.

Η ζάχαρη χωρίς να βλάψει σε τίποτα τη γεύση του λαδιού εμποδίζει για πολύν καιρό το τσαγγισμα του.


Οξύτητα τον λαδιού.

Στο εμπόριο ζητούνται λάδια με μικρή οξύτητα του και γι' αυτό όσο περισσότερη έχει τόσο είναι και πιο φτηνό. Τα διαλεχτά λάδια πού έγιναν από φρέσκες ελιές έχουν 1- 17s βαθμό οξύτητα και όσα είναι βγαλμένα από σταφιδιασμένες και σάπιες χωρίς περιποίηση και καθαριότητα έχουνε μεγάλη οξύτητα κι είναι κατώτατα, πρόστυχα. Στην οξύτητα του λαδιού πρέπει οι ελαιοπαραγωγοί να δώσουν προσοχή γιατί το εμπόριο σύμφωνα μ' αυτή κανονίζει την τιμή. Μεγάλη οξύτητα έχουνε τα λάδια πού βγαίνουνε από σαπισμένες ελιές ή κι από γερές όταν δουλευτούν χωρίς καθαριότητα. Είναι γενικός κανόνας πώς δε μπορεί να κάνει ποτέ καλό λάδι λιοτρίβι πού λείπει από μέσα ή σόδα ή ποτάσα πού είναι για την καθαριότητα απαραίτητα.

Οι περισσότεροι ελαιοπαραγωγοί μπορούν να βρίσκουνε την οξύτητα μόνοι τους με ένα απλούστατο και πολύ φτηνό όργανο πού λέγεται ελαιοξύμετρο και πωλείται στα καταστήματα οργάνων χημείας και μικροβιολογίας.



Ευχαριστούμε που μας διαβάσετε 




Πηγή: laikiparadosi

Φωτό: laikiparadosi



Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2024

 Θέλεις να τρέφεις σωστά τό σώμα σου;...αφαίρεσε τό περιττό!


Θέλεις να τρέφεις το σώμα.

Αφαίρεσε το πε­ριττό, δίνε του το απαραίτητο και όσο μπορεί να επεξεργαστεί και να αφομοιώσει. Μην το βαραίνεις, για να μην το καταποντίσεις.
Εκείνο που τρέφει το σώμα είναι η ολιγάρκεια, επειδή το λίγο μπορεί να το αφομοιώσει ο οργανισμός. Ενώ το επί πλέον, όχι μόνον δεν τρέφει το σώμα, αλλά και το καταστρέφει.
Αλλά κανείς δεν τα προσέχει αυτά, γιατί εξαπατάται από την άκαιρη ηδονή και τη συνηθισμένη αντίληψη.
Το ολιγαρ­κές φαγητό είναι και τροφή και η­δονή· γιατί τίποτε δεν φέρνει τόση ευχαρίστηση, όση η τροφή που επεξεργάστηκε καλά και αφομοιώθηκε.
Τίποτε άλλο δεν χαρίζει τόση υγεία, τίποτε τόση οξύτητα στις αισθήσεις, τίποτε δεν απομακρύνει τόσο πολύ την αρρώστια. Άρα το λιτό φαγητό είναι και τροφή και ηδονή και υγεία.
Άλλωστε, η ευχαρίστηση φθάνει μέχρι το φάρυγγα, μέ­χρι τη γλώσσα, γιατί μόλις τελειώσει το τραπέζι και καταπιείς την τροφή, θα είσαι όμοιος μ’ εκείνον που δεν έλαβε μέρος στο τραπέζι, μάλλον δε πολύ χειρότερος, γιατί το τραπέζι το ακολουθούν βάρη στομαχικά, και υπερένταση, και κεφαλαλγία και ύπνος που μοιάζει με θάνατο, πολ­λές δε φορές και αϋπνία από την πολυφαγία και δύσπνοια και ρέψιμο· και θα καταριέσαι άπειρες φορές την κοιλιά, ενώ πρέπει να καταριέ­σαι την κατάχρηση.
Το να τρώει κανείς όσο χρειάζεται και με μέτρο, παρέχει μεγάλη ωφέλεια και στην υγεία του σώματος και στην όλη κατάσταση της ψυχής, έτσι πάλι η κατάχρηση στο φαγητό διαφθείρει διπλά τον άνθρωπο, και σωματικά και ψυχικά.
Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου

Πηγή: laikiparadosi

Φωτό:laikiparadosi


Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2022

 


Παλιά, ἐτσι ἦταν παντοῦ..

  Παλιά, ἐτσι ἦταν παντοῦ... ἁπλά καί ἀνθρώπινα>>>

 


«Παλιά οἱ ἄνθρωποι ἐπισκεπτόντουσαν συχνότερα ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Δέν νοιαζόντουσαν ἄν  τά σπίτια τους δέν ἦταν βαμμένα, δέν εἶχαν συμπλέγματα κατωτερότητας σέ σχέση μέ αὐτούς πού εἶχαν μεγαλύτερα καί πιό ὄμορφα διακοσμημένα σπίτια... » Δέν συγκρίνονταν πραγματικά μεταξύ τους, εἶχαν ἐπίγνωση τοῦ γεγονότος ὅτι ὁ καθένας εἶχε ὅσα περισσότερα μποροῦσε, ὅτι ὁ καθένας εἶχε τίς δικές του προτεραιότητες καί τή δική του πορεία. Ἦταν γνωστό τί θυσίες ἔκανε ὁ καθένας καί γιά τί. Τά προσωπικά πράγματα δέν ἦταν μέτρο τῆς ἀξίας ἑνός ἀνθρώπου.

Στούς ἀνθρώπους ἄρεσε νά ἐπισκέπτονται ὁ ἕνας τόν ἄλλον καί ὅσοι εἶχαν μοντέρνα σπίτια δέν τοῦ πείραζε  ὅταν πήγαιναν στό μικρό καί στενό διαμέρισμα ἑνός φίλου, ἀντιθέτως, ἀπολάμβαναν ὁ ἕνας τόν ἄλλον.

Ὁ ἄνθρωπος πήγαινε  στόν ἄνθρωπο.  Ὄχι ὁ ἄνθρωπος στό σπίτι.

Παλιά δέν καλούσαμε τούς φίλους μας μόνο ὅταν ἀλλάζαμε κάτι στό σπίτι καί θέλαμε νά τό δοῦν οἴ ἄλλοι.  Καί δέν περίμενα εἰδικές προσκλήσεις γιά νά ἐπισκεφτοῦμε ἕναν φίλο.

- Θά ἔχεις  τηγανίτες ρωτοῦσε;

- Δέν ἔχω αὐγά ἔλεγε...

- Ἔχω ἕνα αὐγό, θά τό φέρω.

Ἔτσι ἦταν... Καί, ἀπό τήν τηγανίτα, ἔλεγες ἱστορίες μέχρι τά μεσάνυχτα ἤ καί μέχρι τά ξημερώματα.  Ὁ καλεσμένος κοιμόταν στόν καναπέ τοῦ σαλονιοῦ καί ὁ οἰκοδεσπότης του πρόσφερε  πιτζάμες ἤ κάτι αὐτοσχέδιο... καί γελοῦσε μέχρι δακρύων μέ ὁρισμένους αὐτοσχεδιασμούς.  Καί τό πρωί ὁ καλεσμένος καί ὁ οἰκοδεσπότης ἔπιναν καφέ στό μπαλκόνι ἤ στήν κουζίνα καί ἔκαναν σχέδια γιά τίς ἑπόμενες συναντήσεις, γιά μιά ἔξοδο στή φύση ἤ ἴσως καί γιά διακοπές μαζί.

Καί ὅταν ἔφευγε ὁ καλεσμένος, ὁ οἰκοδεσπότης του ἔδινε πάντα κάτι καλό πού εἶχε στό σπίτι: μιά μαρμελάδα, ἕνα λουκάνικο, δύο μῆλα... ἤ ἴσως καί μισή σοκολάτα.

http://laikiparadosi.blogspot.com/

Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2022

 

Μάρτης ό Ανοιξιάτης.


«Τα λόγια σου είναι ψεύτικα σαν του Μαρτιού το χιόνι, που το ρίχνει από βραδύς και το πρωί το λιώνει».
Στο Ιουλιανό και αργότερα στο Γρηγοριανό ημερολόγιο έχει 31 ημέρες. Από τις 19 μέχρι τις 23 Μαρτίου ο ήλιος μπαίνει στον αστερισμό του Κριού. Στις 21 Μαρτίου πραγματοποιείται η αστρονομική έναρξη της άνοιξης με τη λεγόμενη  «εαρινή ισημερία», δηλ. την ίση χρονική διάρκεια ημέρας και νύχτας. Το όνομα του είναι ρωμαϊκής καταγωγής. Είχε οριστεί ως ο μήνας του θεού Μαρς, που αντιστοιχεί  με τον Άρη, το θεό του πόλεμου των αρχαίων Ελλήνων. Άλλοι υποστηρίζουν ότι ήταν  αφιερωμένος στον Mercurius δηλ. τον Ερμή. Οι μεγάλες καιρικές μεταβολές του, έδωσαν αφορμή στη λαϊκή φαντασία να πλάσει μύθους, θρύλους, παροιμίες και  παραδόσεις, που αναφέρονται στα βασικά γνωρίσματα του. Αρκετοί μύθοι ζητούν να αιτιολογήσουν, γιατί ο Μάρτης μια γελά και μια κλαίει. Σύμφωνα με κάποια αθηναϊκή παράδοση ο Μάρτης έχει δυο γυναίκες, την μια πολύ όμορφη και φτωχή, την άλλη πολύ άσκημη και πολύ πλούσια. Ο Μάρτης κοιμάται στη μέση. Όταν γυρίζει προς την άσκημη, κατσουφιάζει, μαυρίζει και σκοτιδιάζει όλος ο κόσμος, όταν γυρίζει από την όμορφη, γελάει, χαίρεται και λάμπει όλος ο κόσμος. Αλλά τις περισσότερες φορές γυρίζει από την άσχημη γιατί αυτή είναι πλούσια και τρέφει και τη φτωχή και όμορφη.
              



   Άλλες ονομασίες: Ανοιξιάτης, Κλαψομάρτης, Πεντάγνωμος, Φυτευτής και Βαγγελιώτης (λόγω Ευαγγελισμού)
                 
ΕΡΓΑΣΙΕΣ:
                 Όργωμα & σβάρνισμα.
                 Σπορά καλαμποκιού & τριφυλλιού.
                 Φύτεμα καλοκαιρινής πατάτας, ντομάτας, μελιτζάνας, πιπεριάς & κολοκυθιάς.
                 Ψεκασμός & θειάφισμα δέντρων.
                 Αποκοπή μικρών αρνιών από τις μάνες τους.

                 
ΕΘΙΜΑ-ΠΡΟΛΗΨΕΙΣ:
               
  «ΜΕΡΟΜΗΝΙΑ»Οι πρώτες μέρες του Μάρτη. Μέρες δηλ. που από τις καιρικές συνθήκες τους μπορούν να γίνουν σχετικές προγνώσεις για όλο το χρόνο.
                 
«ΜΑΡΤΗΣ» (1/3). Πανελλήνιο έθιμο της πρωτομαρτιάς. Είναι η συνήθεια να δένουν οι μητέρες στο χέρι ή στο πόδι των παιδιών τον λεγόμενο «Μάρτη», κορδόνι από λευκό και κόκκινο νήμα, για να τα προφυλάξουν από τις ακτίνες του μαρτιάτικου ήλιου, οι οποίες θεωρούνται πολύ επικίνδυνες. Για ν’ αποτρέψουν την επίδραση του ήλιου έδεναν στον καρπό του χεριού ή και στο μεγάλο δάχτυλο του ποδιού τον «μάρτη», δηλαδή μια λινή κλωστή, άσπρη και κόκκινη ή και χρυσή, στριμμένη, αφού πριν την κρέμαγαν σε κλώνους τριανταφυλλιάς και την εκθέσουν τη νύχτα στα άστρα. Τον «μάρτη» τον φορούσαν ως την Ανάσταση. Τότε τον έβγαζαν και τον έδεναν στην τριανταφυλλιά, για να πάρουν το χρώμα της. Αλλού τα παιδιά κρατούν τον «μάρτη» μέχρι να πρωτοδούν χελιδόνι ή πελαργό. Το δεύτερο κακό που ο λαός φοβάται, τις τρεις πρώτες, τις τρεις μεσαίες και τις τρεις τελευταίες ή τις δέκα-δώδεκα πρώτες μέρες του Μαρτίου, είναι οι Δρίμες, όντα δαιμονικά, που κάνουν κακό στα ξύλα, ρούχα και σώματα. 

Όσα πανιά πλυθούν τότε, λιώνουν, όσα ξύλα κοπούν, σαπίζουν. Γι’ αυτόήαποφεύγουν ολότελα να πλύνουν τις μέρες αυτές ρούχα ή, αν πλύνουν, ρίχνουν στο νερό πέταλο, γιατί το σίδερο, όπως πιστεύουν, είναι γιατρικό, αποτρέπει δηλαδή τα δαιμόνια. Επίσης δε λούζονται, δεν κόβουν ξύλα και αποφεύγουν και άλλες εργασίες.                «ΧΕΛΙΔΟΝΙΣΜΑ» (1/3). Πρωτομαρτιάτικο έθιμο της Β. Ελλάδας & των νησιών του Αιγαίου. Ένα μελωδικό καλωσόρισμα της Άνοιξης με ειδικά τραγούδια που λέγουν τα παιδιά γυρίζοντας από σπίτι σε σπίτι κρατώντας στεφάνι λουλουδιών ή ένα κλαδί από κισσό & ομοίωμα χελιδονιού, που έχει ένα «μαγικό χαρακτήρα»: 
Χελιδόνα έρχεται, από Μαύρη θάλασσα.
 Θάλασσα επέρασε. Έκατσε και λάλησε…
 Μάρτης μας ήρθε, τα λουλούδια ανθίζουν,


 Όξω ψύλλοι και κοριοί, μέσα υγεία και χαρά
   Στην περιοχή του Πύργου Ηλείας τραγούδαγαν:
  χελιδονάκι πέταξε, ήβρε κήπον κι έκατσε,
   και γλυκοκελάηδησε, Μάρτη, Μάρτη μου καλέ.
   Μάρτη, Μάρτη μου καλέ  και Απρίλη θαυμαστέ,  

τα πουλάκια αβγά γεννούν κι αρχινούν να τα κλωσούν.      Τα παιδιά, με το τραγούδι τους, επικαλούνται τα αληθινά χελιδόνια, να έρθουν στον τόπο τους και μαζί μ’ αυτά η άνοιξη. Η νοικοκυρά παίρνει λίγα φύλλα κισσού από το καλάθι της χελιδόνας, τα τοποθετεί στο κοτέτσι, για να γεννούν πολλά αυγά οι κότες, και δίνει ένα ή δυο αυγά στα παιδιά που ξεκινούν για άλλο σπίτι. Όπως είναι γνωστό, ο βαθυπράσινος κισσός είναι σύμβολο της αειθαλούς βλαστήσεως και θεωρείται μέσο ικανό να μεταδώσει τη θαλερότητα και τη γονιμότητα στις όρνιθες και τα άλλα ζώα.
                 Έπαιρναν για αμοιβή  γλυκίσματα και χρήματα, κάτι ανάλογο με την αμοιβή από τα κάλαντα, δίνοντας ευχές για ευημερία και ευγονία. Πρόκειται για έθιμο που κατάγεται από την αρχαιότητα, όπως αποδεικνύει το «χελιδόνισμα», δηλαδή το τραγούδι της χελιδόνας, που μας παρέδωσε ο Αθήναιος γύρω στα 200μ.Χ., αλλά ανάγεται σε πολύ παλιότερα χρόνια. Η ομοιότητα του τραγουδιού με το σημερινό όχι μόνο εννοιολογική αλλά εν μέρει λεκτική, είναι ολοφάνερη



               ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΣΑΡΑΝΤΑ (9 Μαρτίου)
               Στη συνείδηση του λαού ο αριθμός 40 είναι ιερός. Γι’ αυτό και οι άγιοι Σαράντα, που μαρτύρησαν το 320 στη Σεβάστεια, λατρεύονται ιδιαίτερα από το λαό. Όλες οι συνήθειες και οι προλήψεις της ημέρας αυτής βάση έχουν τη θρησκευτική ή τη μαγική σημασία του αριθμού 40. 
                Συνηθίζονται οι σαραντόπιττες, δηλαδή πίτες με σαράντα φύλλα, ή 40 τηγανίτες ή φαγητά από 40 ειδών χόρτα ή όσπρια που τα μοιράζουν για την ψυχή των ζωντανών. 
                Κοινότατη είναι η παροιμία: Σαράντα φας, σαράντα πιείς, σαράντα δώσ’ για την ψυχή 

  
ΚΑΘΑΡΗ ΔΕΥΤΕΡΑ. Ταυτισμένη με τα Κούλουμα (ομαδική έξοδος στις εξοχές), το Γαϊτανάκι (το γαϊτανάκι ήταν ένας ειδικός χορός, στον οποίο τα καρναβάλια κινούνταν γύρω από ένα ψηλό κοντάρι, κρατώντας πολύχρωμες ταινίες, δεμένες στην κορυφή του κονταριού, "πλέκοντας" μ΄αυτό τον τρόπο το γαϊτανάκι) και το πέταγμα χαρταετών [τσερκένια (Σμύρνη), ουτσουρμάδες (Κων/πολη), πουλία (Πόντος), πετάκια (Θράκη), αετός- μύλος- ψαλίδα- άστρο-φωτοστέφανο (κυρίως Ελλάδα), φυσούνα (Επτάνησα)] . Επίσης χαρακτηριστικά της γνωρίσματα είναι η αθυροστομία, τα αλληλοπειράγματα, τα σκώμματα, η σάτιρα & το νηστίσιμο τραπέζι με τα τουρσί, κρεμμυδάκια φρέσκα, ραπανάκια, ταραμά, αλάδωτα όσπρια, τους χαλβάδες, τα θαλασσινά, τα ντολμαδάκια, μα πάνω απ’ όλα την γνωστή σε όλους μας λαγάνα (είδος ψωμιού άζυμου, δηλ. χωρίς προζύμι).  
          «ΚΥΡΑ-ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ». Έθιμο που συναντάται σε όλη την Ελλάδα. Για τη μεγάλη νηστεία του Πάσχα (40 ημερών), παρίσταναν τη Μεγάλη Σαρακοστή σαν μία γυναίκα με όλα τα χαρακτηριστικά της νηστείας: ξερακιανή, αυστηρή, χωρίς στόμα, με χέρια σταυρωμένα (γιατί είναι όλο προσευχή), με σταυρό στο κεφάλι και με 7 πόδια, όσες και οι βδομάδες για το Πάσχα. Την έφτιαχναν από χαρτόνι ή πανί παραγεμισμένο με πούπουλα και την κρεμούσαν από το ταβάνι (σαν είδος ημερολογίου, αφού εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν ημερολόγια). Κάθε βδομάδα (ημέρα Σάββατο) που περνούσε έκοβαν κι από ένα πόδι μέχρι να φτάσει το Πάσχα. Το τελευταίο πόδι το έβαζαν μέσα σ’ ένα ξερό σύκο ή σ’ ένα καρύδι. Όποιος το ‘βρισκε ήταν ο τυχερός.
                 Σε μερικά μέρη, αντί του σκίτσου, οι γιαγιάδες έφτιαχναν την Κυρά-Σαρακοστή με νηστίσιμο ζυμάρι. Αφού την έψηναν, την έβαζαν στα εικονίσματα. Κάθε Σάββατο κατέβαινε από τη θέση της για να της κοπεί ένα πόδι.
     Το τραγούδι της Κυράς Σαρακοστής είναι:
    Την Κυρά Σαρακοστή, που είναι έθιμο παλιό
     οι γιαγιάδες μας τη έφτιαχναν με αλεύρι και νερό.
     Για στολίδι της φορούσαν στο κεφάλι της σταυρό
     μα το στόμα της ξεχνούσαν, γιατί νήστευε καιρό.
  Και τις μέρες τις μετρούσαν  με τα πόδια της τα επτά
  έκοβαν ένα τη βδομάδα μέχρι να ‘ρθει η Πασχαλιά.               

            
«Η ΦΟΒΕΡΑ ΤΟΥ ΚΟΥΚΑΡΑ» (Πόντος). Ο Κουκαράς ήταν ένα σκιάχτρο, που έφερνε σε θεογνωσία τους μικρούς κι ανήξερους. Ήταν ένα κρεμμύδι μεγάλο με μουστάκες (ίνες της ρίζας του), μαυρισμένο καλά. Και οι μουστάκες του καψαλισμένες για να μαυρίζουν κι αυτές. Μάτια άσπρα, φτιαγμένα με κιμωλία. Στα πλευρά του-στη μεγάλη διάμετρο της μέσης του-ολόγυρα μπηγμένα κάθετα και σε ίσα διαστήματα μεταξύ τους, 7 φτερά από κότα, ισάριθμα με τις εβδομάδες της Μεγάλης Σαρακοστής. Το έδεναν από την ουρά και το κρέμαγαν νωρίς το πρωί της Καθαρής Δευτέρας από τη μέση της οροφής της τραπεζαρίας.
                 
25η ΜΑΡΤΙΟΥ. Η επέτειος της Εθνεγερσίας & ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Τότε οι βοσκοί της Κρήτης οδηγούν τα αιγοπρόβατα από τα χειμαδιά στα ορεινά μέρη, σύμφωνα με την παροιμία:
«Κούρευε, κουδούνωνε και στα όρη ανέβαινε».
                 Ορισμένες λαϊκές συνήθειες έχουν βάση την αντίληψη ότι η εαρινή περίοδος αρχίζει την ημέρα του Ευαγγελισμού. Έτσι στην Ήπειρο τα παιδιά παίρνουν ένα ταψάκι ή ταβά χωματένιο, το χτυπούν μ’ ένα κουτάλι και λένε: 
Φευγάτε, φίδια, γκουστερίτσια, σήμερα είναι του Ευαγγελισμού!                 Αλλού τα κορίτσια βγαίνουν στους αγρούς, κάθονται πάνω στα σπαρτά και τ’ αγκαλιάζουν. Αλλού κάνουν κούνια και κουνιούνται (τραγούδια καλημεριστά). Η αποχή από κάθε εργασία την ημέρα αυτή είναι, εξαιτίας δεισιδαιμονικών φόβων, απόλυτη: δε σαρώνουν, δε βγάζουν νερό από το πηγάδι, ούτε λάδι από το κιούπι, δεν ανοίγουν σεντούκι, δεν πάνε στα περιβόλια κλπ.


Τη μέρα του Ευαγγελισμού καμιά γυναίκα δεν έπρεπε να μείνει έγκυος, έλεγε ο λαός, γιατί το παιδί θα γεννηθεί ανήμερα τα Χριστούγεννα. Και τα παιδιά που γεννιούνται Χριστούγεννα δεν προκόβουν ή γίνονται καλικαντζαράκια. Και βέβαια αυτή τη μέρα δεν κάνουν καμιά δουλειά. Ούτε το σεντούκι δεν άνοιγαν.                                             Στη Σωζόπολη Θράκης λένε πως ούτε τα χελιδόνια φτιάχνουν τη φωλιά τους αυτή τη μέρα. Τόσο μεγάλη γιορτή είναι.
                 
«ΜΕΡΕΣ ΤΗΣ ΓΡΙΑΣ». Λέγονται οι τελευταίες μέρες του Μάρτη. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν μια γριά που θέλησε να κοροϊδέψει τον Μάρτιο, νομίζοντας ότι γλίτωσε αρνιά και κατσίκια από το κρύο και το χιόνι του, είπε:
-Πριτς, Μάρτη μου, τα γλίτωσα τα κατσικάκια μου!
                Αυτός όμως έκαμε τις τελευταίες μέρες του τόσο δυνατή κακοκαιρία, που η γριά και τα ζώα πέτρωσαν από το κρύο.

                
ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ:
             

  «Aκόμη και στις δεκαοχτώ έχει το μάτι του ανοιχτό»
                «Aκόμη στις δεκαοχτώ, ψοφάει η πέρδικα στ' αυγό. Λένε και στις τριάντα, μα δεν ηξεύρω γιάντα».
                «Aν κάνει ο Mάρτης δυο νερά κι ο Aπρίλης πέντε-δέκα, να δεις το κοντοκρίθαρο πως στρίβει το μουστάκι, να δεις και τις αρχόντισσες πως ψιλοκλεισιρίζουν, να δεις και τη φτωχολογιά πως ψιλοκοσκινάει».
                «Mάρτης άβροχος, μούστος άμετρος».
                «Mάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκαύτης».
                «Mάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκαύτης. Και σαν τύχει και θυμώσει, μες στο χιόνι θα μας χώσει».
                «O Mάρτης το πρωί χιόνισε, κι ο γάιδαρος ψόφησε (από το κρύο). Το μεσημέρι βρώμισε (από τη ζέστη), και το βράδυ τον πήρε το ποτάμι (από τη βροχή)».
              


 «O Μάρτης ο κλαψόγελος».
                «Tο Mάρτη ξύλα φύλαγε, μην κάψεις τα παλούκια».
                «Αλί στα μαρτοκλάδευτα και τ’ απριλοσκαμένα» [δηλ. Το Μάρτη δεν πρέπει να κλαδεύεται τίποτα και τον Απρίλη να σκάβεται η γη]
                «Αν κάνει ο Μάρτης δυο νερά κι ο Απρίλη άλλο ένα, χαρά σε εκείνον το γεωργό Που’ χει στη γη σπαρμένα».
                «Αν κάνει ο Μάρτης δυο νερά, κι ο Απρίλης άλλο ένα, χαρά σε εκείνον το ζευγά που 'χει πολλά σπαρμένα».
                «Από Μάρτη καλοκαίρι κι από Αύγουστο χειμώνα».
                «Από Μαρτιού πουκάμισο κι απ’ Αύγουστο σεντόνα».
                «Από Μαρτιού πουκάμισο, κι απ' Αύγουστο σεγκούνι».
                «Απρίλης έχει τα χάδια κι ο Μάρτης τα δαυλιά».
                «Βροντή Μαρτιού, φίλεμα με καρύδια».
                «Κάλλιο Μάρτης καρβουνιάρης, παρά Μάρτης λιοπυριάρης».
                «Κάλλιο Μάρτης στα δαυλιά, παρά στα προσηλιακά».
                «Κάλλιο Μάρτης στις γωνιές παρά Μάρτης στις αυλές» [δηλ. Καλύτερα το Μάρτη να ‘χει κρύο παρά ζέστη]
                «Καλοκαιριά της Παπαντής, μαρτιάτικος χειμώνας».
                «Λείπει ο Μάρτης από τη Σαρακοστή;»
                «Μάρτη και Σεπτέμβρη ίσια τα μεσάνυχτα» [ισημερία]
                «Μάρτης άβρεχτος, μούστος άμετρος» [δηλ. όταν ο Μάρτης δεν έχει βροχές, ωφελούνται πολύ τα αμπέλια]
              


 «Μάρτης βρέχει, θεριστάδες χαίρονται».
                «Μάρτης βρέχει; Ποτέ μην πάψει».
                «Μάρτης βροχερός, θεριστής κουραστικός».
                «Μάρτης δίμουρος. Μάρτης πεντάγνωμος».
                «Μάρτης έβρεχε, Θεριστής τραγούδαγε».
                «Μάρτης έβρεχε, θεριστής χαιρότανε».
                «Μάρτης είναι, χάδια κάνει, πότε κλαίει, πότε γελάει».
                «Μάρτης κλαψής, θεριστής χαρούμενος».
                «Μάρτης πουκαμισάς, δεν σου δίνει να μασάς».
                «Μη σε γελάσει ο Μάρτης το πρωί και χάσεις την ημέρα» [δηλ. μη νομίσεις ότι ο καιρός θα είναι κακός όλη την ημέρα και δεν πας στη δουλειά σου]
                «Ξύλα φύλαγε τον Μάρτη, να μην κάψεις τα παλούκια».
                «Ο Αύγουστος για τα πανιά κι ο Μάρτης για τα ξύλα».
                «Ο ήλιος του Μαρτιού, τρυπάει κέρατο βοδιού».
                «Ο καλός Μάρτης στα κάρβουνα, κι' ο κακός στον ήλιο».
                «Ο Μάρτης εδιαλάλησε, μικρά μεγάλα πάνω» [δηλ. μεγαλώνουν όλα τα φυτά]
                «Ο Μάρτης έχει τ' όνομα, κι ο Απρίλης τα λουλούδια».
                «Ο Μάρτης ο πεντάγνωμος ώρα στον ήλιο, ώρα στον τοίχο» [δηλ. εκεί που κάθεσαι στον ήλιο, πιάνει κρύο και πας δίπλα στο τζάκι]
                «Ο Μάρτης ο πεντάγνωμος, εφτά φορές χιόνισε και πάλι το μετάνιωσε που δεν εξαναχιόνισε!»
                «Ο Μάρτης το πρωί πηλά (λάσπες) και το βράδυ χώματα» (το πρωί βρέχει και μέχρι το βράδυ έχει στεγνώσει).
           

   «Ο Μάρτης το πρωί το ψόφησε, και το βράδυ το βρόμισε».
                «Ο Μάρτης ως το γιόμα ψοφάει το βόδι (από το κρύο) κι ως το βράδυ το βρωμίζει (από τη ζέστη)».
                «Ο Μάρτης ώρα βρέχει και χιονίζει κι ώρα μαρτολουλουδίζει».
                «Όλες του Μάρτη φύλαγε και τ' Απριλίου τις δώδεκα, ότι ακόμη και στις δεκαοχτώ πέρδικα ψόφησε στ' αβγό».
                «Όλοι οι μήνες καιν τα ξύλα και ο Μάρτης τα παλούκια».
                «Οπού ‘χει κόρη ακριβή, του Μάρτη ήλιος μην τη δει».
                «Ούτε ο Αύγουστος χειμώνας, ούτε ο Μάρτης καλοκαίρι».
                «Σαν ρίξει ο Μάρτης δυο νερά κι Απρίλης άλλο ένα χαράς σ' εκείνο το ζευγά που ‘χει πολλά σπαρμένα».
              


 «Σαν ρίξει ο Μάρτης μια βροχή κι Απρίλης άλλη μία, να δεις κουλούρες στρογγυλές και πίττες σαν αλώνι».
                «Στων αμαρτωλών τη χώρα, το Mαρτάπριλο χιονίζει».
                «Τα λόγια σου είναι ψεύτικα σαν του Μαρτιού το χιόνι, που το ρίχνει από βραδύς και το πρωί το λιώνει».
                «Τα παλιά παλούκια καίει, τα καινούρια πάει και φέρνει».
                «Το Μάρτη ξύλα φύλαγε κι άχερα των βοδιώνε και λίγα ξυλοκέρατα να δίνεις των παιδιώνε».
                «Το Μάρτη τον πεντάγνωμο οπού γελά και κλαίει, Θα τόνε τιμωρήσουμε ψέματα να μη λέει».
              


  «Το Μάρτη φύλαε άχερα, μη χάσεις το ζευγάρι».
                «Τον Μάρτη κι αν τον αγαπάς φίλο μην τον κάνεις».
                «Τον Μάρτη χιόνι βούτυρο, μα σαν παγώσει μάρμαρο».
                «Του Mάρτη του αρέσει, να είναι πάντα στο διπλό, μια στις δέκα να έχει ήλιο, και τις άλλες ξυλιασμό».
    «Του Μάρτη και του Τρυγητή ίσα τα ημερόνυχτια».
   «Του Μάρτη ο ήλιος βάφει, και πέντε μήνες δεν ξεβάφει».

  


 «Του Μάρτη οι αυγές με κάψανε, του Μάη τα μεσημέρια»

  «Τσοπάνη μου την κάπα σου, το Μάρτη φύλαγε την».

Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2022

 


εβρουάριος ή Φλεβάρης

Ονομασία του μήνα Φεβρουαρίου

Ετυμολογία μήνα: Ο Φεβρουάριος παράγεται από το λατινικό ρήμα februare, που σημαίνει καθαίρω, αγνίζω, αποβάλλω τα καθάρματα.


Ο Φεβρουάριος προστέθηκε στο Ρωμαϊκό έτος σαν ο τελευταίος μήνας από τον Πομπίλιο Νουμά. 

Είναι μήνας διαβατήριος και αποκαθαρκτικός. 

Το 153 π,χ. μεταφέρθηκε στη θέση που έχει σήμερα (δεύτερος μήνας του έτους), και σε αυτή τη θέση διατηρήθηκε και στο Γρηγοριανό ημερολόγιο. 

Στη διάρκειά του οι Ρωμαίοι διοργάνωναν τελετές καθαρμών και εξαγνισμών.

Η λατινική λέξη februa σημαίνει καθάρσιος-καθαρκτικός και το ουδέτερο πληθυντικού februa, σήμαινε όχι μόνο καθαρτήριος, αλλά και συγκεκριμένα ειδική γιορτή που γίνονταν τον μήνα Φεβρουάριο.

Ο μήνας λοιπόν που περιλάμβανε τους καθαρμούς ονομάστηκε Februarious mensis και μετά από παράλειψη του mensis (μήνας) έμεινε η λέξη Φεβρουάριος.

Η Άλκη Κυριακίδου-Νέστορος αναφέρει ότι ο Φέβρουος ήταν ο θεός των νεκρών και η Φεβρούα ήταν η θεά που επόπτευε τους καθαρμούς και τους εξαγνισμούς.

Ο μήνας Φεβρουάριος ήταν αφιερωμένος λοιπόν από τους Ρωμαίους στον εξαγνισμό και επιπρόσθετα, επειδή ήταν πολύ βροχερός τον είχαν αφιερώσει στον Ποσειδώνα.

Ο Φεβρουάριος αντιστοιχούσε προς τον αττικό μήνα Ανθεστηριώνα.Με την καθιέρωση του Ιουλιανού ημερολόγιου (46 π.χ.) περιορίστηκαν οι μέρες του μήνα αυτού από 30 που ήταν ως τότε σε 29, και την εποχή του αυτοκράτορα Αυγούστου του αφαιρέθηκε μια ακόμη ημέρα, που προστέθηκε στον μήνα Αύγουστο προς τιμήν του Αυτοκράτορα.

Ονομασίες λαϊκές για το μήνα Φεβρουάριο

Για να συντονιστεί το ημερολόγιο των 365 ημερών προς το ηλιακό έτος, καθιερώθηκε η αύξηση των ημερών του Φεβρουαρίου κατά μια, κάθε τέσσερα χρόνια.


Ο λαός μας τον αποκάλεσε Κουτσοφλέβαρο, επειδή έχει 28 ημέρες και κάθε τέσσερα χρόνια 29. 

Κάθε τέσσερα χρόνια που έχουμε δίσεκτο έτος, ο λαός μας πιστεύει ότι είναι κακότυχο. 

Το δίσεκτο έτος δεν πρέπει να φυτεύουν αμπέλια οι γεωργοί ούτε να γίνονται γάμοι ούτε να χτίζονται σπίτια. Λέγεται επίσης Φλιάρης, Ληψομήνας, Κουτσός, Κουτσούκης ή Μικρός (Κύπρος).

Στον πόντο τον Φεβρουάριο τον ονόμαζαν συνήθως Κούντουρος, γιατί έχει κοντή ουρά, αφού είναι λειψός σε σχέση με τους άλλους. 

Επίσης σε κάποια μέρη λεγόταν Κούτσουρος, διότι κατά κάποιο τρόπο είναι κουτσουρεμένος.Οι δύο λέξεις Φεβρουάριος, Φλεβάρης δεν έχουν καμιά σχέση μεταξύ τους άσχετα αν συμπτωματικά ταιριάζουν τόσο ώστε η μια να προέρχεται από την άλλη.

Το ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ είναι ρωμαϊκό από τους Ρωμαίους θεούς Φεβρούα των καθαρμών και Φέβρουο των νεκρών.

Το ΦΛΕΒΑΡΗΣ βγαίνει από τη λαϊκή ελληνική παράδοση και έχει σχέση με τις φλέβες της γης. 

Ο λαός μας κατά τον Δ.Σ. Λουκάτο, παρετυμολόγησε τον μήνα και τον ονόμασε Φλεβάρη, επειδή «ανοίγει τις φλέβες του» και γεμίζει τη γη νερά.

Κατ' άλλους λέγεται Φλεβάρης, γιατί παγώνει τις φλέβες της γης. 

Στη Θράκη υπάρχει το ρήμα φλεβαρίζω= πλημμυρίζω, επειδή τα χωράφια «φλεβαρίζουν από τις βροχέςΛέγεται και τρυγητής γιατί στον αγροτικό βίο, ο Φλεβάρης είναι ο μήνας των αμπελιών. 

Τότε γίνεται το κλάδεμα, το καθάρισμα και το τσάπισμα των αμπελιών. 

Τότε βάζουν και καταβολάδες, δηλαδή φυτεύουν αμπέλια (εκτός και αν είναι δίσεχτος ο χρόνος). 

Για αυτό του το περιεχόμενο ο Φλεβάρης λέγεται όπου είναι ανεπτυγμένη η αμπελουργία και Κλαδευτής.

Για τον άστατο καιρό, ο Φλεβάρης λέγεται επίσης και Μεθυσμένος, γιατί δεν ξέρει τι κάνει.

Γιορτές το μήνα Φεβρουάριο

Του Αγίου Τρύφωνα 1 Φεβρουαρίου. 


Ο άγιος Τρύφωνας θεωρείται φύλακας των αμπελιών. 

Της Υπαπαντής 2 Φεβρουαρίου. 

Γιορτάζεται σε ανάμνηση της συναντήσεως του Συμεών με το παιδίον Ιησού (Λουκ., 2.25). 

Τότε γίνονται προβλέψεις. «Ό,τι καιρό κάνει της Υπαπαντής, θα βαστάξει σαράντα ημέρες». 

Αν είναι καλός ο καιρός στις 2 Φεβρουαρίου, ο βαρύς χειμώνας θα διαρκέσει πολύ ακόμα. 

Από τις 2 Φλεβάρη σταματούν οι γιορτές και μαζί η αργία και η σχόλη.

Του Αγίου Συμεών 3 Φεβρουαρίου. 

Ο Άγιος τιμάται από τις εγκύους, που έλεγαν παρετυμολογώντας: «για να μη γεννηθεί το παιδί σημειωμένο».

Του Αγίου Χαραλάμπους 10 Φεβρουαρίου.

Πρώτη Κυριακή της Αποκριάς «Οι μεταμφιέσεις και οι παράδοξοι χοροί των μασκαράδων γίνονται για να ξυπνήσουν τα πνεύματα της βλαστήσεως» .

H Καθαρά Δευτέρα eίναι μια πανάρχαιη γιορτή που σχετίζεται κυρίως με τις πομπές των Κατ' Αγρούς Διονυσίων αλλά και με ορισμένες Απολλώνιες ιδέες λατρευτικού περιεχομένου. 

Στις μέρες μας συνηθίζεται ο εορτασμός με ομαδική έξοδο στην εξοχή. 

Αρχαίες γιορτές ήταν τα Ανθεστήρια, Χόες. 

Στην Αττική γιόρταζαν τα πρώτα άνθη της αμυγδαλιάς με διαγωνισμούς οινοποσίας. 

Άνοιγαν τους πίθους με το κρασί (πιθοίγια) και γέμιζαν τις κρασοκανάτες (χόες). 

Νικητής ήταν όποιος άδειαζε πρώτος τον χουν που χώραγε περισσότερο από δύο λίτρα.
  


άπό http://laikiparadosi.blogspot.com/

Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2021

 

Φώτης Κόντογλου - Γιάννης ὁ Εὐλογημένος!

«Διηγήματα τῶν Χριστουγέννων», Ἐκδόσεις Ἁρμός


O Ἅγιος Βασίλης, σὰν περάσανε τὰ Χριστούγεννα, πῆρε τὸ ραβδί του καὶ γύρισε σ᾿ ὅλα τὰ χωριά, νὰ δεῖ ποιὸς θὰ τόνε γιορτάσει μὲ καθαρὴ καρδιά. Πέρασε ἀπὸ λογιῶν-λογιῶν πολιτεῖες κι ἀπὸ κεφαλοχώρια, μὰ σ᾿ ὅποια πόρτα κι ἂν χτύπησε δὲν τ᾿ ἀνοίξανε, ἐπειδὴ τὸν πήρανε γιὰ διακονιάρη. Κ᾿ ἔφευγε πικραμένος, γιατὶ ὁ ἴδιος δὲν εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, μὰ ἔνοιωθε τὸ πόσο θὰ πονοῦσε ἡ καρδιὰ κανενὸς φτωχοῦ ἀπὸ τὴν ἀπονιὰ ποὺ τοῦ δείξανε κεῖνοι οἱ ἄνθρωποι.

Μιὰ μέρα ἔφευγε ἀπὸ ἕνα τέτοιο ἄσπλαχνο χωριό, καὶ πέρασε ἀπὸ τὸ νεκροταφεῖο, κ᾿ εἶδε τὰ κιβούρια πὼς ἤτανε ρημαγμένα, οἱ ταφόπετρες σπασμένες κι ἀναποδογυρισμένες, καὶ τὰ νιόσκαφτα μνήματα εἴτανε σκαλισμένα ἀπὸ τὰ τσακάλια. Σὰν ἅγιος ποὺ εἴτανε ἄκουσε πὼς μιλούσανε οἱ πεθαμένοι καὶ λέγανε: «Τὸν καιρὸ ποὺ εἴμαστε στὸν ἀπάνω κόσμο, δουλέψαμε, βασανιστήκαμε, κι ἀφήσαμε πίσω μας παιδιὰ κ᾿ ἐγγόνια νὰ μᾶς ἀνάβουνε κανένα κερί, νὰ μᾶς καίγουνε λίγο λιβάνι μὰ δὲν βλέπουμε τίποτα, μήτε παπᾶ στὸ κεφάλι μας νὰ μᾶς διαβάσει παραστάσιμο, μήτε κόλλυβα, παρὰ σὰν νὰ μὴν ἀφήσαμε πίσω μας κανέναν». Κι ὁ ἅγιος Βασίλης πάλι στενοχωρήθηκε κ᾿ εἶπε: «Τοῦτοι οἱ χωριάτες οὔτε σὲ ζωντανὸ δὲ δίνουνε βοήθεια, οὔτε σὲ πεθαμένον», καὶ βγῆκε ἀπὸ τὸ νεκροταφεῖο, καὶ περπατοῦσε ὁλομόναχος μέσα στὰ παγωμένα χιόνια.

*
* *

Παραμονὴ τῆς πρωτοχρονιᾶς ἔφταξε σὲ κάτι χωριὰ ποὺ εἴτανε τὰ πιὸ φτωχὰ ἀνάμεσα στὰ φτωχοχώρια, στὰ μέρη τῆς Ἑλλάδας. Ὁ παγωμένος ἀγέρας βογκοῦσε ἀνάμεσα στὰ χαμόδεντρα καὶ στὰ βράχια, ψυχὴ ζωντανὴ δὲν φαινότανε, νύχτα πίσσα! Εἶδε μπροστά του μιὰ ραχούλα, κι ἀπὸ κάτω της εἴτανε μιὰ στρούγκα τρυπωμένη. Ὁ ἅγιος Βασίλης μπῆκε στὴ στάνη καὶ χτύπησε μὲ τὸ ραβδί του τὴν πόρτα τῆς καλύβας καὶ φώναξε: «Ἐλεῆστε με, τὸν φτωχό, γιὰ τὴν ψυχὴ τῶν ἀποθαμένων σας κι ὁ Χριστός μας διακόνεψε σὲ τοῦτον τὸν κόσμο!». Τὰ σκυλιὰ ξυπνήσανε καὶ χυθήκανε ἀπάνω του, μὰ σὰν πήγανε κοντά του καὶ τὸν μυριστήκανε, πιάσανε καὶ κουνούσανε τὶς οὐρές τους καὶ πλαγιάζανε στὰ ποδάρια του καὶ γρούζανε παρακαλεστικὰ καὶ χαρούμενα. Ἀπάνω σ᾿ αὐτά, ἄνοιξε ἡ πόρτα καὶ βγῆκε ἕνας τσοπάνης, ὡς εἰκοσιπέντε χρονῶν παλληκάρι, μὲ μαῦρα στριφτὰ γένεια, ὁ Γιάννης ὁ Μπαρμπάκος, ἄνθρωπος ἀθῶος κι ἀπελέκητος, προβατάνθρωπος, καὶ πρὶν νὰ καλοϊδεῖ ποιὸς χτύπησε, εἶπε: «Ἔλα, ἔλα μέσα. Καλὴ μέρα, καλὴ χρονιά!».

Μέσα στὸ καλύβι ἔφεγγε ἕνα λυχνάρι, κρεμασμένο ἀπὸ πάνω ἀπὸ μία κούνια, ποὺ εἴτανε δεμένη σὲ δυὸ παλούκια. Δίπλα στὸ τζάκι εἴτανε τὰ στρωσίδια τους καὶ κοιμότανε ἡ γυναίκα τοῦ Γιάννη. αὐτός, σὰν ἐμπῆκε μέσα ὁ ἅγιος Βασίλης, κ᾿ εἶδε πὼς εἴτανε γέρος σεβάσμιος, πῆρε τὸ χέρι του καὶ τ᾿ ἀνεσπάσθηκε κ᾿ εἶπε: «Νά ῾χω τὴν εὐχή σου, γέροντα», καὶ τό ῾λεγε σὰν νὰ τὸν γνώριζε κι ἀπὸ πρωτύτερα, σὰ νά ῾τανε πατέρας του. Καὶ κεῖνος τοῦ εἶπε: «Βλογημένος νά ῾σαι, ἐσὺ κι ὅλο τὸ σπιτικό σου, καὶ τὰ πρόβατά σου ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ νά ῾ναι ἀπάνω σας!». Σηκώθηκε κ᾿ ἡ γυναίκα καὶ πῆγε καὶ προσκύνησε καὶ κείνη τὸν γέροντα καὶ φίλησε τὸ χέρι του καὶ τὴ βλόγησε. Κι ὁ ἅγιος Βασίλης εἴτανε σὰν καλόγερος ζητιάνος, μὲ μιὰ σκούφια παλιὰ στὸ κεφάλί του, καὶ τὰ ράσα του εἴτανε τριμμένα καὶ μπαλωμένα καὶ τὰ τσαρούχια του τρύπια, κ᾿ εἶχε κ᾿ ἕνα παλιοτάγαρο ἀδειανό. Ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος ἔβαλε ξύλα στὸ τζάκι. Καὶ παρευθύς, φεγγοβόλησε τὸ καλύβι καὶ φάνηκε σὰν παλάτι. Καὶ φανήκανε τὰ δοκάρια, σὰ νά ῾τανε μαλαμοκαπνισμένα, κ᾿ οἱ πητιὲς ποὺ εἴτανε κρεμασμένες φανήκανε σὰν καντήλια, κ᾿ οἱ καρδάρες καὶ τὰ τυροβόλια καὶ τ᾿ ἄλλα τὰ σύνεργα ποὺ τυροκομοῦσε ὁ Γιάννης, γινήκανε σὰν ἀσημένια, καὶ σὰν πλουμισμένα μὲ διαμαντόπετρες φανήκανε, καὶ τ᾿ ἄλλα, τὰ φτωχὰ τὰ πράγματα πού ῾χε μέσα στὸ καλύβι του ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος. Καὶ τὰ ξύλα ποὺ καιγόντανε στὸ τζάκι τρίζανε καὶ λαλούσανε σὰν τὰ πουλιὰ ποὺ λαλοῦνε στὸν παράδεισο, καὶ βγάζανε κάποια εὐωδιὰ πάντερπνη. Τὸν ἅγιο Βασίλη τὸν βάλανε κ᾿ ἔκατσε κοντὰ στὴ φωτιὰ κ᾿ ἡ γυναίκα τοῦ ῾θεσε μαξιλάρια νὰ ἀκουμπήσει. Κι ὁ γέροντας ξεπέρασε τὸ ταγάρι του ἀπὸ τὸ λαιμό του καὶ τό ῾βαλε κοντά του, κ᾿ ἔβγαλε καὶ τὸ παλιόρασό του κι ἀπόμεινε μὲ τὸ ζωστικό του.

Κι ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος πῆγε κι ἄρμεξε τὰ πρόβατα μαζὶ μὲ τὸν παραγυιό του, κ᾿ ἔβαλε μέσα στὴν κοφινέδα τὰ νιογέννητα τ᾿ ἀρνιά, κι ὕστερα χώρισε τὶς ἑτοιμόγεννες προβατίνες καὶ τὶς κράτησε στὸ μαντρί, κι ὁ παραγυιὸς τά ῾βγαλε τ᾿ ἄλλα στὴ βοσκή. Λιγοστὰ εἴτανε τὰ ζωντανά του, φτωχὸς εἴτανε ὁ Γιάννης, μὰ εἴτανε Βλογημένος. Κ᾿ εἶχε μία χαρὰ μεγάλη, σὲ κάθε ὥρα, μέρα καὶ νύχτα, γιατὶ εἴτανε καλὸς ἄνθρωπος κ᾿ εἶχε καὶ καλὴ γυναίκα, κι ὅποιος λάχαινε νὰ περάσει ἀπὸ τὴν καλύβα τους, σὰν νά ῾τανε ἀδελφός τους, τὸν περιποιόντανε. Γιὰ τοῦτο κι ὁ ἅγιος Βασίλης κόνεψε στὸ σπίτι τους, καὶ κάθησε μέσα, σὰ νά ῾τανε δικό του σπίτι, καὶ βλογηθήκανε τὰ θεμέλιά του. Κείνη τὴ νύχτα τὸν περιμένανε ὅλες οἱ πολιτεῖες καὶ τὰ χωριὰ τῆς Οἰκουμένης, οἱ ἀρχόντοι, οἱ δεσποτάδες κ᾿ οἱ ἐπίσημοι ἀνθρῶποι μὰ ἐκεῖνος δὲν πῆγε σὲ κανέναν, παρὰ πῆγε καὶ κόνεψε στὸ καλύβι τοῦ Γιάννη τοῦ Βλογημένου.


*
* *

Τὸ λοιπόν, σὰν σκαρίσανε τὰ πρόβατα, μπῆκε μέσα ὁ Γιάννης καὶ λέγει στὸν ἅγιο: «Γέροντα, ἔχω χαρὰ μεγάλη. Θέλω νὰ μᾶς διαβάσεις τὰ γράμματα τ᾿ Ἅη-Βασίλη. Ἐγὼ εἶμαι ἄνθρωπος ἀγράμματος, μὰ ἀγαπῶ τὰ γράμματα τῆς θρησκείας μας. Ἔχω καὶ μία φυλλάδα ἀπὸ ἕναν γούμενο ἁγιονορίτη, κι ὅποτε τύχει νὰ περάσει κανένας γραμματιζούμενος, τὸν βάζω καὶ μοῦ διαβάζει ἀπὸ μέσα τὴν φυλλάδα, γιατὶ δὲν ἔχουμε κοντά μας ἐκκλησία».

Ἔπιασε καὶ θαμπόφεγγε κατὰ τὸ μέρος τῆς ἀνατολῆς. Ὁ ἅγιος Βασίλης σηκώθηκε καὶ στάθηκε κατὰ τὴν ἀνατολὴ κ᾿ ἔκανε τὸ σταυρό του, ὕστερα ἔσκυψε καὶ πῆρε μία φυλλάδα ἀπὸ τὸ ταγάρι του, κ᾿ εἶπε: «Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν πάντοτε,νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων». Κι ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος πῆγε καὶ στάθηκε ἀπὸ πίσω του, κ᾿ ἡ γυναίκα βύζαξε τὸ μωρὸ καὶ πῆγε καὶ κείνη καὶ στάθηκε κοντά του, μὲ σταυρωμένα χέρια. Κι ὁ ἅγιος Βασίλης εἶπε τὸ «Θεὸς Κύριος» καὶ τ᾿ ἀπολυτίκιο τῆς Περιτομῆς «Μορφὴν ἀναλλοιώτως ἀνθρωπίνην προσέλαβες», δίχως νὰ πεῖ καὶ τὸ δικό του τὸ ἀπολυτίκιο ποὺ λέγει «Εἰς πάσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου». Ἡ φωνή του εἴτανε γλυκειὰ καὶ ταπεινή, κι ὁ Γιάννης κ᾿ ἡ γυναίκα του νοιώθανε μεγάλη κατάνυξη, κι ἂς μὴν καταλαβαίνανε τὰ γράμματα. Κ᾿ εἶπε ὁ ἅγιος Βασίλης ὅλον τὸν Ὄρθρο καὶ τὸν Κανόνα τῆς Ἑορτῆς: «Δεῦτε λαοί, ᾄσωμεν ἄσμα Χριστῷ τῷ Θεῷ, χωρὶς νὰ πεῖ τὸ δικό του τὸν Κανόνα, ποὺ λέγει «Σοῦ τὴν φωνὴν ἔδει παρεῖναι, Βασίλειε». Κ᾿ ὕστερα εἶπε ὅλη τὴ λειτουργία κ᾿ ἔκανε ἀπόλυση καὶ τοὺς βλόγησε.

Καὶ σὰν καθήσανε στὸ τραπέζι καὶ φάγανε κι ἀποφάγανε, ἔφερε ἡ γυναίκα τὴ βασιλόπητα καὶ τὴν ἔβαλε ἀπάνω στὸ σοφρᾶ. Κι ὁ ἅγιος Βασίλης πῆρε τὸ μαχαίρι καὶ σταύρωσε τὴ βασιλόπητα, κ᾿ εἶπε: «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κ᾿ ἔκοψε τὸ πρῶτο τὸ κομμάτι κ᾿ εἶπε «τοῦ Χριστοῦ» κ᾿ ὕστερα εἶπε «τῆς Παναγίας», κ᾿ ὕστερα εἶπε «τοῦ νοικοκύρη Γιάννη τοῦ Βλογημένου». Τοῦ λέγει ὁ Γιάννης: «Γέροντα, ξέχασες τὸν ἅη-Βασίλη!». Τοῦ λέγει ὁ ἅγιος: «Ναί, καλά! κ᾿ ὕστερα λέγει: «Τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ Βασιλείου». Κ᾿ ὕστερα λέγει πάλι: «Τοῦ νοικοκύρη», «τῆς νοικοκυρᾶς», «τοῦ παιδιοῦ», «τοῦ παραγυιοῦ», «τῶν ζωντανῶν», «τῶν φτωχῶν». Τότε λέγει στὸν ἅγιο ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος: «Γέροντα, γιατί δὲν ἔκοψες γιὰ τὴν ἁγιωσύνη σου; Τοῦ λέγει ὁ ἅγιος: «Ἔκοψα, Βλογημένε!» μά, ὁ Γιάννης δὲν κατάλαβε τίποτα, ὁ μακάριος. Κ᾿ ὕστερα, σηκώθηκε ὄρθιος ὁ ἅγιος Βασίλειος κ᾿ εἶπε τὴν εὐχή του: «Κύριε ὁ Θεός μου, οἶδα ὅτι οὐκ εἰμὶ ἄξιος, οὐδὲ ἱκανός, ἵνα ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς τοῦ οἴκου τῆς ψυχῆς μου».

Κ᾿ εἶπε ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος: «Πές μου, γέροντα, ποῦ ξέρεις τὰ γράμματα, σὲ ποιὰ παλάτια ἄραγες πῆγε σὰν ἀπόψε ὁ ἅγιος Βασίλης; οἱ ἀρχόντοι κ᾿ οἱ βασιληάδες τί ἁμαρτίες νά ῾χουνε; Ἐμεῖς οἱ φτωχοὶ εἴμαστε ἁμαρτωλοί, ἐπειδὴς ἡ φτώχεια μᾶς κάνει νὰ κολαζόμαστε». Κι ὁ ἅγιος Βασίλης δάκρυσε κ᾿ εἶπε πάλι τὴν εὐχή, ἀλλοιώτικα: «Κύριε, ὁ Θεός μου, οἶδα ὅτι ὁ δοῦλος σου Ἰωάννης ὁ ἁπλοῦς ἐστὶν ἄξιος καὶ ἱκανὸς ἵνα ὑπὸ τὴν στέγην του εἰσέλθῃς. Ὅτι νήπιος ὑπάρχει καὶ τὰ μυστήριά Σου τοῖς νηπίοις ἀποκαλύπτεται». Καὶ πάλι δὲν κατάλαβε τίποτα ὁ Γιάννης ὁ μακάριος, ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος...



Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2021

 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ



 


Ο Νοέμβριος, ή Νοέμβρης είναι ο ενδέκατος μήνας του έτους ανήκει στην εποχή του Φθινοπώρου  κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο και έχει 30 ημέρες. Ο Νοέμβριος ξεκινά κάθε χρόνο την ίδια ημέρα που αρχίζουν ο Φεβρουάριος και ο Μάρτιος, με εξαίρεση τα δίσεκτα έτη. Το λουλούδι του μήνα είναι το χρυσάνθεμο και η τυχερή πέτρα του μήνα το τοπάζι.

Το Καλαντάρι του Νοεμβρίου από το Très riches heures du duc de Berry

Λαογραφία και ΕορτέςΕπεξεργασία

Οι Πλειάδες ή Πούλια

Από την αρχαιότητα ακόμη διάφορα ιδιαίτερα εμφανή ουράνια αντικείμενα προειδοποιούσαν τους ανθρώπους σαν σημάδια των αλλαγών του καιρού. Πάρτε, για παράδειγμα, το πανέμορφο ανοιχτό αστρικό σμήνος των Πλειάδων, γνωστότερο στο λαό μας με την ονομασία Πούλια. Ακόμη και από την εποχή του Ησίοδου η δύση των Πλειάδων αμέσως μετά την ανατολή του Ήλιου, που συμβαίνει στα μέσα Νοεμβρίου, σημάδευε και σημαδεύει την περίοδο της έλευσης του κρύου και «προειδοποιούσε τους γεωργούς να σπεύσουν να ολοκληρώσουν την σπορά, αλλά και τους κτηνοτρόφους να κατηφορίσουν στα χημαδιά». Όπως μας λέει η παροιμία: «Στις δεκαφτά ή στις δεκοχτώ πέφτει η Πούλια στο γιαλό, και πίσω παραγγέλνει: μηδέ στανίτσα στα βουνά, μήτε γιωργός στους κάμπους», ή σε μιαν άλλη παραλλαγή: «μήτε τσομπάνος στα βουνά, μήτε γεωργός στους κάμπους».

Εκτός από την δύση της Πούλιας, όμως, την μεταβολή του καιρού προς το χειρότερο «μηνάει» στο λαό η γιορτή του αγίου Μηνά, στις 11 Νοεμβρίου, ενώ στη γιορτή του αγίου Αντρέα, στις 30 Νοεμβρίου, το κρύο «αντριεύει». Οι ακατάστατες αυτές καιρικές συνθήκες που επικρατούν έδωσαν στον Νοέμβριο το όνομα «Ανακατωμένος», αν και είναι γνωστός στον λαό μας και ως Σποριάς ή Μεσοσπορίτης γιατί τότε γίνεται η σπορά των δημητριακών.[1]

Συγκομιδή ελιάς με περιστροφική βέργα και χτένι.

Στις άλλες γεωργικές ασχολίες περιλαμβάνεται επίσης και το λιομάζωμα. Σύμφωνα με τον Νίκο Ψιλάκη: «Στα ελληνικά λιόφυτα αρχίζει κάθε Νοέμβρη το πανηγύρι της ελιάς. Παλιότερα οι γυναίκες με τα καλάθια μάζευαν μία-μία τις πεσμένες ελιές. Αλλού οι μαζωχτάδες χτυπούσαν τα κλαδιά με ράβδους και μάζευαν τον καρπό από τα στρωμένα ελαιόπανα. Τελευταία η τεχνολογία αντικατέστησε την αρχαία ξύλινη ράβδο με μεταλλική περιστρεφόμενη». Αλλά το λιομάζωμα μπορεί να διαρκέσει μέχρι και τον Γενάρη ή ακόμη και τον Μάρτη.[εκκρεμεί παραπομπή]

Ο αρχάγγελος Μιχαήλ (12ος αιώνας, Ιερά Μονή Όρους Σινά)

Ανάμεσα στις γιορτές του μήνα περιλαμβάνεται και η εορτή των Ταξιαρχών Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ στις 8 Νοεμβρίου, γι’ αυτό ο Νοέμβριος ονομάζεται σε ορισμένες περιοχές της χώρας μας και Αϊ-Ταξιάρχης και Αρχαγγελίτης. Ο Αρχάγγελος Μιχαήλθεωρείται και ως «ο κατ’ εξοχήν ψυχοπομπός άγγελος» γι αυτό και σε ορισμένες περιοχές την παραμονή της εορτής του έφερναν τα παπούτσια τους μέσα στο σπίτι για να μην τα δει ο Μιχαήλ και έλθει να τους πάρει πριν την ώρα τους.

Στις 14 Νοεμβρίου εορτάζεται η μνήμη του αγίου Φιλίππου που σύμφωνα με τον Γεώργιο Ν. Αικατερινίδη: 

«…ήταν φτωχός γεωργός, ο οποίος όλη τη μέρα δούλευε στο χωράφι του. Όταν το βράδυ γύρισε στο σπίτι του, έσφαξε το μοναδικό του βόδι και μοίρασε το κρέας στους συγχωριανούς του για να αποκρέψουν, όπως επιβάλλεται πριν από τα Χριστούγεννα. Το πρωί όμως που σηκώθηκε, βρήκε το ζώο του ζωντανό από θεϊκό θαύμα. Γι’ αυτό, επειδή ήταν πολύ αγαθός, άγιασε όταν πέθανε. Η μέρα του Αϊ-Φίλιππα ημερολογιακά έχει ιδιαίτερη σημασία, αφού τότε ξεκινά η 40ήμερη νηστεία για τα Χριστούγεννα».

— Γεώργιος Ν. Αικατερινίδης
Η Αγία Αικατερίνα. Εικόνα του 14ου αι. από τη Βέροια στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο.

Γι' αυτό η περίοδος αυτή μέχρι τα Χριστούγεννα ονομάζεται Σαρανταήμερο ή Σαραντάμερο. Την ίδια ημέρα τιμάται επίσης και η μνήμη του Γρηγόριου Παλαμά αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης που ήταν διαπρεπής θεολόγος και εκφραστής του Ησυχασμού.

Στις 25 Νοεμβρίου τιμάται η μνήμη της αγίας Αικατερίνης η οποία, σύμφωνα με την Μάρω Κ. Παπαθανασίου: 

«…γεννήθηκε και έζησε στην Αλεξάνδρεια επί Μαξιμιλιανού. Ήταν κόρη του έπαρχου Αλεξανδρείας Κώνστα (ή Κέστου), γυναίκα σπάνιας σοφίας και ωραιότητας. Όπως μαρτυρεί η εκκλησιαστική παράδοση, σε συζήτηση περί πίστεως που είχε με πενήντα φιλοσόφους, η Αικατερίνη μετέστρεψε στον χριστιανισμό όχι μόνο αυτούς αλλά και πολλούς κρατικούς αξιωματούχους και άλλους επιφανείς. Η εμμονή στην πίστη της εξόργισε τον αυτοκράτορα, που διέταξε τον βασανισμό της και, τελικά, τον αποκεφαλισμό της το 305».

— Μάρω Κ. Παπαθανασίου

Η μεγαλύτερη, όμως, γιορτή του μήνα είναι τα Εισόδια της Θεοτόκου στις 21 Νοεμβρίου. Σύμφωνα με τον Σάββα Αγουρίδη η καθιέρωση της εορτής έγινε τον 8ο αι. μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, ενώ την αναφορά των «…Εισοδίων της Θεοτόκου στα Άγια των Αγίων [του Ιερού των Ιεροσολύμων] και παραμονής της εκεί βρίσκουμε στο απόκρυφο λαϊκό κείμενο που [ονομάστηκε] ‘Πρωτοευαγγέλιον Ιακώβου’...». Η παράδοση της Θεοτόκου στο Ιερό έγινε από τους γονείς της, τον Ιωακείμ και την Άννα, «…όταν ήταν τριών ετών, και έτσι την αφιέρωσαν στον Θεό, αφού η Μαρία παρέμεινε εντός του Ιερού, όπου την υποδέχτηκε ο Ζαχαρίας (προφανώς ο ιερέας πατέρας του Ιωάννη του Προδρόμου) και την εισήγαγε στο Ιερό, όπου έμεινε μέχρι της ηλικίας των 14 ή 15 ετών».

Βροχή "Λεοντιδών"Επεξεργασία

Ένας από τους διάττοντες της Βροχής των Λεοντιδών
Οι "Λεοντίδες" φαίνονται ότι προέρχονται από τον Αστερισμό του Λέοντα

Ένα ιδιαίτερα θεαματικό, πολλές φορές, ουράνιο φαινόμενο συμβαίνει γύρω στις 17 Νοεμβρίου κάθε χρόνου οπότε μια ετήσια «βροχή διαττόντων» στολίζει με δεκάδες φωτεινά πεφταστέρια τον ουρανό μας όταν μια ροή σωματιδίων μερικών δεκάδων διαττόντων την ώρα σχηματίζουν την «βροχή των Λεοντιδών». Η βροχή αυτή ονομάζεται έτσι επειδή τα μετέωρα αυτά φαίνονται ότι προέρχονται από την κατεύθυνση του αστερισμού του Λέοντα, και οφείλονται στα σωματίδια που αφήνει πίσω του ο κομήτης Τεμπλ-Τατλ. Αυτό που συμβαίνει είναι το εξής: καθώς η Γη μας περιφέρεται στην τροχιά της γύρω από τον Ήλιο, συναντάει κάθε Νοέμβριο το σύννεφο των σωματιδίων του κομήτη Τεμπλ-Τατλ που είναι σχετικά μαζεμένα μαζί σε ομάδες και τέμνουν την τροχιά της Γης. Έτσι καθώς η Γη μας τρέχει με 108.000 χιλιόμετρα την ώρα, πέφτει ακάθεκτη πάνω στο σύννεφο των σωματιδίων. Τα μικροσκοπικά αυτά σωματίδια, με βάρος ενός γραμμαρίου, χτυπάνε τα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιράς μας σε ύψος 100 περίπου χιλιομέτρων και αναφλέγονται. Η ανάφλεξη αυτή ιονίζει τα γύρω στρώματα της ατμόσφαιρας, σχηματίζοντας έτσι μια φωτεινή σφαίρα 2 έως 3 μέτρων που κινείται με ταχύτητα 30 έως 60 χιλιομέτρων το δευτερόλεπτο. Αυτή τη φωτεινή σφαίρα, λοιπόν, βλέπουμε από τη Γη, και ονομάζουμε διάττοντα, μετέωρο, ή «πεφταστέρι».

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και ιδιαίτερα μετά από κάποια πρόσφατη διέλευση ενός κομήτη ο ρυθμός αυτός μπορεί και να ξεπεράσει ακόμη και τα χίλια μετέωρα την ώρα. Σ’ αυτή την περίπτωση η «Βροχή» μετατρέπεται σε «Καταιγίδα». Η μεγαλύτερη «Καταιγίδα  Διαττόντων» που παρατηρήθηκε ποτέ ήταν η «Καταιγίδα των Λεοντιδών» στις 12 προς 13 Νοεμβρίου του 1833 όταν τα μετέωρα έμοιαζαν με πυροτεχνήματα από μια ροή δεκάδων μετεώρων κάθε δευτερόλεπτο που διήρκεσε επί ώρες. Ένας ιστορικός μάλιστα το 1878 την θεώρησε ως ένα από τα 100 πιο σημαντικά γεγονότα του αιώνα. Πολλές ξυλογραφίες έχουν απεικονίσει το γεγονός με μεγάλη επιτυχία. Αρκετοί μάλιστα κοινωνιολόγοι αποδίδουν στο ουράνιο αυτό φαινόμενο την εξάπλωση της θρησκομανίας που επηρέασε τα επόμενα χρόνια την όλη κοινωνική εξέλιξη και τον σύγχρονο χαρακτήρα των ΗΠΑ.



Καλό μήνα!

Πηγή: https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%9D%CE%BF%CE%AD%CE%BC%CE%B2%CF%81%CE%B9%CE%BF%CF%82

🍁🍁Ευχαριστούμε που μας διαβάσατε🍁

  Μάζεμα-διατήρηση ελιών και λαδιού Πότε να μαζεύουμε τις ελιές. Για την καλή ποιότητα του λαδιού έχει μεγάλη σημασία ή εποχή πού θα μαζέψου...