Καί ὅμως εἶναι Ἄνοιξη...
Καί ὅμως εἶναι Ἄνοιξη,
καί οἱ κρίνοι θροΐζουν στό βοριά καί φωνάζουν ἀντιστέκομαι.
Ἀκόμη καί ἡ ἀνθόσπαρτη πεδιάδα τοῦ Οὐρανοῦ,
συγκύπτουσα ἀπό τήν ἀγωνία,
κείτεται μέ ὡραιότητα, μετέωρη στή γῆ,
νά σφαγιάζει την ἀπέλπιδα καταπακτή τής θλίψης,
πού πλακώνει τίς ἀνοχύρωτες ψυχές,
νά μᾶς πεταλουδίζει ζωντανούς, πιστούς,
παιανίζοντας ἀσίγαστους πόθους ἀέρινης ἀμέριμνης ἐλευθερίας.
Ὅλα τριγύρω μας γιά αἰῶνες ἀντιστέκονται στήν Δόξα τῆς Φωνῆς πού τά διόρισε ὡς συντροφιά στόν ἄνθρωπο.