Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2021

 

Φώτης Κόντογλου - Γιάννης ὁ Εὐλογημένος!

«Διηγήματα τῶν Χριστουγέννων», Ἐκδόσεις Ἁρμός


O Ἅγιος Βασίλης, σὰν περάσανε τὰ Χριστούγεννα, πῆρε τὸ ραβδί του καὶ γύρισε σ᾿ ὅλα τὰ χωριά, νὰ δεῖ ποιὸς θὰ τόνε γιορτάσει μὲ καθαρὴ καρδιά. Πέρασε ἀπὸ λογιῶν-λογιῶν πολιτεῖες κι ἀπὸ κεφαλοχώρια, μὰ σ᾿ ὅποια πόρτα κι ἂν χτύπησε δὲν τ᾿ ἀνοίξανε, ἐπειδὴ τὸν πήρανε γιὰ διακονιάρη. Κ᾿ ἔφευγε πικραμένος, γιατὶ ὁ ἴδιος δὲν εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, μὰ ἔνοιωθε τὸ πόσο θὰ πονοῦσε ἡ καρδιὰ κανενὸς φτωχοῦ ἀπὸ τὴν ἀπονιὰ ποὺ τοῦ δείξανε κεῖνοι οἱ ἄνθρωποι.

Μιὰ μέρα ἔφευγε ἀπὸ ἕνα τέτοιο ἄσπλαχνο χωριό, καὶ πέρασε ἀπὸ τὸ νεκροταφεῖο, κ᾿ εἶδε τὰ κιβούρια πὼς ἤτανε ρημαγμένα, οἱ ταφόπετρες σπασμένες κι ἀναποδογυρισμένες, καὶ τὰ νιόσκαφτα μνήματα εἴτανε σκαλισμένα ἀπὸ τὰ τσακάλια. Σὰν ἅγιος ποὺ εἴτανε ἄκουσε πὼς μιλούσανε οἱ πεθαμένοι καὶ λέγανε: «Τὸν καιρὸ ποὺ εἴμαστε στὸν ἀπάνω κόσμο, δουλέψαμε, βασανιστήκαμε, κι ἀφήσαμε πίσω μας παιδιὰ κ᾿ ἐγγόνια νὰ μᾶς ἀνάβουνε κανένα κερί, νὰ μᾶς καίγουνε λίγο λιβάνι μὰ δὲν βλέπουμε τίποτα, μήτε παπᾶ στὸ κεφάλι μας νὰ μᾶς διαβάσει παραστάσιμο, μήτε κόλλυβα, παρὰ σὰν νὰ μὴν ἀφήσαμε πίσω μας κανέναν». Κι ὁ ἅγιος Βασίλης πάλι στενοχωρήθηκε κ᾿ εἶπε: «Τοῦτοι οἱ χωριάτες οὔτε σὲ ζωντανὸ δὲ δίνουνε βοήθεια, οὔτε σὲ πεθαμένον», καὶ βγῆκε ἀπὸ τὸ νεκροταφεῖο, καὶ περπατοῦσε ὁλομόναχος μέσα στὰ παγωμένα χιόνια.

*
* *

Παραμονὴ τῆς πρωτοχρονιᾶς ἔφταξε σὲ κάτι χωριὰ ποὺ εἴτανε τὰ πιὸ φτωχὰ ἀνάμεσα στὰ φτωχοχώρια, στὰ μέρη τῆς Ἑλλάδας. Ὁ παγωμένος ἀγέρας βογκοῦσε ἀνάμεσα στὰ χαμόδεντρα καὶ στὰ βράχια, ψυχὴ ζωντανὴ δὲν φαινότανε, νύχτα πίσσα! Εἶδε μπροστά του μιὰ ραχούλα, κι ἀπὸ κάτω της εἴτανε μιὰ στρούγκα τρυπωμένη. Ὁ ἅγιος Βασίλης μπῆκε στὴ στάνη καὶ χτύπησε μὲ τὸ ραβδί του τὴν πόρτα τῆς καλύβας καὶ φώναξε: «Ἐλεῆστε με, τὸν φτωχό, γιὰ τὴν ψυχὴ τῶν ἀποθαμένων σας κι ὁ Χριστός μας διακόνεψε σὲ τοῦτον τὸν κόσμο!». Τὰ σκυλιὰ ξυπνήσανε καὶ χυθήκανε ἀπάνω του, μὰ σὰν πήγανε κοντά του καὶ τὸν μυριστήκανε, πιάσανε καὶ κουνούσανε τὶς οὐρές τους καὶ πλαγιάζανε στὰ ποδάρια του καὶ γρούζανε παρακαλεστικὰ καὶ χαρούμενα. Ἀπάνω σ᾿ αὐτά, ἄνοιξε ἡ πόρτα καὶ βγῆκε ἕνας τσοπάνης, ὡς εἰκοσιπέντε χρονῶν παλληκάρι, μὲ μαῦρα στριφτὰ γένεια, ὁ Γιάννης ὁ Μπαρμπάκος, ἄνθρωπος ἀθῶος κι ἀπελέκητος, προβατάνθρωπος, καὶ πρὶν νὰ καλοϊδεῖ ποιὸς χτύπησε, εἶπε: «Ἔλα, ἔλα μέσα. Καλὴ μέρα, καλὴ χρονιά!».

Μέσα στὸ καλύβι ἔφεγγε ἕνα λυχνάρι, κρεμασμένο ἀπὸ πάνω ἀπὸ μία κούνια, ποὺ εἴτανε δεμένη σὲ δυὸ παλούκια. Δίπλα στὸ τζάκι εἴτανε τὰ στρωσίδια τους καὶ κοιμότανε ἡ γυναίκα τοῦ Γιάννη. αὐτός, σὰν ἐμπῆκε μέσα ὁ ἅγιος Βασίλης, κ᾿ εἶδε πὼς εἴτανε γέρος σεβάσμιος, πῆρε τὸ χέρι του καὶ τ᾿ ἀνεσπάσθηκε κ᾿ εἶπε: «Νά ῾χω τὴν εὐχή σου, γέροντα», καὶ τό ῾λεγε σὰν νὰ τὸν γνώριζε κι ἀπὸ πρωτύτερα, σὰ νά ῾τανε πατέρας του. Καὶ κεῖνος τοῦ εἶπε: «Βλογημένος νά ῾σαι, ἐσὺ κι ὅλο τὸ σπιτικό σου, καὶ τὰ πρόβατά σου ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ νά ῾ναι ἀπάνω σας!». Σηκώθηκε κ᾿ ἡ γυναίκα καὶ πῆγε καὶ προσκύνησε καὶ κείνη τὸν γέροντα καὶ φίλησε τὸ χέρι του καὶ τὴ βλόγησε. Κι ὁ ἅγιος Βασίλης εἴτανε σὰν καλόγερος ζητιάνος, μὲ μιὰ σκούφια παλιὰ στὸ κεφάλί του, καὶ τὰ ράσα του εἴτανε τριμμένα καὶ μπαλωμένα καὶ τὰ τσαρούχια του τρύπια, κ᾿ εἶχε κ᾿ ἕνα παλιοτάγαρο ἀδειανό. Ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος ἔβαλε ξύλα στὸ τζάκι. Καὶ παρευθύς, φεγγοβόλησε τὸ καλύβι καὶ φάνηκε σὰν παλάτι. Καὶ φανήκανε τὰ δοκάρια, σὰ νά ῾τανε μαλαμοκαπνισμένα, κ᾿ οἱ πητιὲς ποὺ εἴτανε κρεμασμένες φανήκανε σὰν καντήλια, κ᾿ οἱ καρδάρες καὶ τὰ τυροβόλια καὶ τ᾿ ἄλλα τὰ σύνεργα ποὺ τυροκομοῦσε ὁ Γιάννης, γινήκανε σὰν ἀσημένια, καὶ σὰν πλουμισμένα μὲ διαμαντόπετρες φανήκανε, καὶ τ᾿ ἄλλα, τὰ φτωχὰ τὰ πράγματα πού ῾χε μέσα στὸ καλύβι του ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος. Καὶ τὰ ξύλα ποὺ καιγόντανε στὸ τζάκι τρίζανε καὶ λαλούσανε σὰν τὰ πουλιὰ ποὺ λαλοῦνε στὸν παράδεισο, καὶ βγάζανε κάποια εὐωδιὰ πάντερπνη. Τὸν ἅγιο Βασίλη τὸν βάλανε κ᾿ ἔκατσε κοντὰ στὴ φωτιὰ κ᾿ ἡ γυναίκα τοῦ ῾θεσε μαξιλάρια νὰ ἀκουμπήσει. Κι ὁ γέροντας ξεπέρασε τὸ ταγάρι του ἀπὸ τὸ λαιμό του καὶ τό ῾βαλε κοντά του, κ᾿ ἔβγαλε καὶ τὸ παλιόρασό του κι ἀπόμεινε μὲ τὸ ζωστικό του.

Κι ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος πῆγε κι ἄρμεξε τὰ πρόβατα μαζὶ μὲ τὸν παραγυιό του, κ᾿ ἔβαλε μέσα στὴν κοφινέδα τὰ νιογέννητα τ᾿ ἀρνιά, κι ὕστερα χώρισε τὶς ἑτοιμόγεννες προβατίνες καὶ τὶς κράτησε στὸ μαντρί, κι ὁ παραγυιὸς τά ῾βγαλε τ᾿ ἄλλα στὴ βοσκή. Λιγοστὰ εἴτανε τὰ ζωντανά του, φτωχὸς εἴτανε ὁ Γιάννης, μὰ εἴτανε Βλογημένος. Κ᾿ εἶχε μία χαρὰ μεγάλη, σὲ κάθε ὥρα, μέρα καὶ νύχτα, γιατὶ εἴτανε καλὸς ἄνθρωπος κ᾿ εἶχε καὶ καλὴ γυναίκα, κι ὅποιος λάχαινε νὰ περάσει ἀπὸ τὴν καλύβα τους, σὰν νά ῾τανε ἀδελφός τους, τὸν περιποιόντανε. Γιὰ τοῦτο κι ὁ ἅγιος Βασίλης κόνεψε στὸ σπίτι τους, καὶ κάθησε μέσα, σὰ νά ῾τανε δικό του σπίτι, καὶ βλογηθήκανε τὰ θεμέλιά του. Κείνη τὴ νύχτα τὸν περιμένανε ὅλες οἱ πολιτεῖες καὶ τὰ χωριὰ τῆς Οἰκουμένης, οἱ ἀρχόντοι, οἱ δεσποτάδες κ᾿ οἱ ἐπίσημοι ἀνθρῶποι μὰ ἐκεῖνος δὲν πῆγε σὲ κανέναν, παρὰ πῆγε καὶ κόνεψε στὸ καλύβι τοῦ Γιάννη τοῦ Βλογημένου.


*
* *

Τὸ λοιπόν, σὰν σκαρίσανε τὰ πρόβατα, μπῆκε μέσα ὁ Γιάννης καὶ λέγει στὸν ἅγιο: «Γέροντα, ἔχω χαρὰ μεγάλη. Θέλω νὰ μᾶς διαβάσεις τὰ γράμματα τ᾿ Ἅη-Βασίλη. Ἐγὼ εἶμαι ἄνθρωπος ἀγράμματος, μὰ ἀγαπῶ τὰ γράμματα τῆς θρησκείας μας. Ἔχω καὶ μία φυλλάδα ἀπὸ ἕναν γούμενο ἁγιονορίτη, κι ὅποτε τύχει νὰ περάσει κανένας γραμματιζούμενος, τὸν βάζω καὶ μοῦ διαβάζει ἀπὸ μέσα τὴν φυλλάδα, γιατὶ δὲν ἔχουμε κοντά μας ἐκκλησία».

Ἔπιασε καὶ θαμπόφεγγε κατὰ τὸ μέρος τῆς ἀνατολῆς. Ὁ ἅγιος Βασίλης σηκώθηκε καὶ στάθηκε κατὰ τὴν ἀνατολὴ κ᾿ ἔκανε τὸ σταυρό του, ὕστερα ἔσκυψε καὶ πῆρε μία φυλλάδα ἀπὸ τὸ ταγάρι του, κ᾿ εἶπε: «Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν πάντοτε,νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων». Κι ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος πῆγε καὶ στάθηκε ἀπὸ πίσω του, κ᾿ ἡ γυναίκα βύζαξε τὸ μωρὸ καὶ πῆγε καὶ κείνη καὶ στάθηκε κοντά του, μὲ σταυρωμένα χέρια. Κι ὁ ἅγιος Βασίλης εἶπε τὸ «Θεὸς Κύριος» καὶ τ᾿ ἀπολυτίκιο τῆς Περιτομῆς «Μορφὴν ἀναλλοιώτως ἀνθρωπίνην προσέλαβες», δίχως νὰ πεῖ καὶ τὸ δικό του τὸ ἀπολυτίκιο ποὺ λέγει «Εἰς πάσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου». Ἡ φωνή του εἴτανε γλυκειὰ καὶ ταπεινή, κι ὁ Γιάννης κ᾿ ἡ γυναίκα του νοιώθανε μεγάλη κατάνυξη, κι ἂς μὴν καταλαβαίνανε τὰ γράμματα. Κ᾿ εἶπε ὁ ἅγιος Βασίλης ὅλον τὸν Ὄρθρο καὶ τὸν Κανόνα τῆς Ἑορτῆς: «Δεῦτε λαοί, ᾄσωμεν ἄσμα Χριστῷ τῷ Θεῷ, χωρὶς νὰ πεῖ τὸ δικό του τὸν Κανόνα, ποὺ λέγει «Σοῦ τὴν φωνὴν ἔδει παρεῖναι, Βασίλειε». Κ᾿ ὕστερα εἶπε ὅλη τὴ λειτουργία κ᾿ ἔκανε ἀπόλυση καὶ τοὺς βλόγησε.

Καὶ σὰν καθήσανε στὸ τραπέζι καὶ φάγανε κι ἀποφάγανε, ἔφερε ἡ γυναίκα τὴ βασιλόπητα καὶ τὴν ἔβαλε ἀπάνω στὸ σοφρᾶ. Κι ὁ ἅγιος Βασίλης πῆρε τὸ μαχαίρι καὶ σταύρωσε τὴ βασιλόπητα, κ᾿ εἶπε: «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κ᾿ ἔκοψε τὸ πρῶτο τὸ κομμάτι κ᾿ εἶπε «τοῦ Χριστοῦ» κ᾿ ὕστερα εἶπε «τῆς Παναγίας», κ᾿ ὕστερα εἶπε «τοῦ νοικοκύρη Γιάννη τοῦ Βλογημένου». Τοῦ λέγει ὁ Γιάννης: «Γέροντα, ξέχασες τὸν ἅη-Βασίλη!». Τοῦ λέγει ὁ ἅγιος: «Ναί, καλά! κ᾿ ὕστερα λέγει: «Τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ Βασιλείου». Κ᾿ ὕστερα λέγει πάλι: «Τοῦ νοικοκύρη», «τῆς νοικοκυρᾶς», «τοῦ παιδιοῦ», «τοῦ παραγυιοῦ», «τῶν ζωντανῶν», «τῶν φτωχῶν». Τότε λέγει στὸν ἅγιο ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος: «Γέροντα, γιατί δὲν ἔκοψες γιὰ τὴν ἁγιωσύνη σου; Τοῦ λέγει ὁ ἅγιος: «Ἔκοψα, Βλογημένε!» μά, ὁ Γιάννης δὲν κατάλαβε τίποτα, ὁ μακάριος. Κ᾿ ὕστερα, σηκώθηκε ὄρθιος ὁ ἅγιος Βασίλειος κ᾿ εἶπε τὴν εὐχή του: «Κύριε ὁ Θεός μου, οἶδα ὅτι οὐκ εἰμὶ ἄξιος, οὐδὲ ἱκανός, ἵνα ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς τοῦ οἴκου τῆς ψυχῆς μου».

Κ᾿ εἶπε ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος: «Πές μου, γέροντα, ποῦ ξέρεις τὰ γράμματα, σὲ ποιὰ παλάτια ἄραγες πῆγε σὰν ἀπόψε ὁ ἅγιος Βασίλης; οἱ ἀρχόντοι κ᾿ οἱ βασιληάδες τί ἁμαρτίες νά ῾χουνε; Ἐμεῖς οἱ φτωχοὶ εἴμαστε ἁμαρτωλοί, ἐπειδὴς ἡ φτώχεια μᾶς κάνει νὰ κολαζόμαστε». Κι ὁ ἅγιος Βασίλης δάκρυσε κ᾿ εἶπε πάλι τὴν εὐχή, ἀλλοιώτικα: «Κύριε, ὁ Θεός μου, οἶδα ὅτι ὁ δοῦλος σου Ἰωάννης ὁ ἁπλοῦς ἐστὶν ἄξιος καὶ ἱκανὸς ἵνα ὑπὸ τὴν στέγην του εἰσέλθῃς. Ὅτι νήπιος ὑπάρχει καὶ τὰ μυστήριά Σου τοῖς νηπίοις ἀποκαλύπτεται». Καὶ πάλι δὲν κατάλαβε τίποτα ὁ Γιάννης ὁ μακάριος, ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος...



Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2021

 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ



 


Ο Νοέμβριος, ή Νοέμβρης είναι ο ενδέκατος μήνας του έτους ανήκει στην εποχή του Φθινοπώρου  κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο και έχει 30 ημέρες. Ο Νοέμβριος ξεκινά κάθε χρόνο την ίδια ημέρα που αρχίζουν ο Φεβρουάριος και ο Μάρτιος, με εξαίρεση τα δίσεκτα έτη. Το λουλούδι του μήνα είναι το χρυσάνθεμο και η τυχερή πέτρα του μήνα το τοπάζι.

Το Καλαντάρι του Νοεμβρίου από το Très riches heures du duc de Berry

Λαογραφία και ΕορτέςΕπεξεργασία

Οι Πλειάδες ή Πούλια

Από την αρχαιότητα ακόμη διάφορα ιδιαίτερα εμφανή ουράνια αντικείμενα προειδοποιούσαν τους ανθρώπους σαν σημάδια των αλλαγών του καιρού. Πάρτε, για παράδειγμα, το πανέμορφο ανοιχτό αστρικό σμήνος των Πλειάδων, γνωστότερο στο λαό μας με την ονομασία Πούλια. Ακόμη και από την εποχή του Ησίοδου η δύση των Πλειάδων αμέσως μετά την ανατολή του Ήλιου, που συμβαίνει στα μέσα Νοεμβρίου, σημάδευε και σημαδεύει την περίοδο της έλευσης του κρύου και «προειδοποιούσε τους γεωργούς να σπεύσουν να ολοκληρώσουν την σπορά, αλλά και τους κτηνοτρόφους να κατηφορίσουν στα χημαδιά». Όπως μας λέει η παροιμία: «Στις δεκαφτά ή στις δεκοχτώ πέφτει η Πούλια στο γιαλό, και πίσω παραγγέλνει: μηδέ στανίτσα στα βουνά, μήτε γιωργός στους κάμπους», ή σε μιαν άλλη παραλλαγή: «μήτε τσομπάνος στα βουνά, μήτε γεωργός στους κάμπους».

Εκτός από την δύση της Πούλιας, όμως, την μεταβολή του καιρού προς το χειρότερο «μηνάει» στο λαό η γιορτή του αγίου Μηνά, στις 11 Νοεμβρίου, ενώ στη γιορτή του αγίου Αντρέα, στις 30 Νοεμβρίου, το κρύο «αντριεύει». Οι ακατάστατες αυτές καιρικές συνθήκες που επικρατούν έδωσαν στον Νοέμβριο το όνομα «Ανακατωμένος», αν και είναι γνωστός στον λαό μας και ως Σποριάς ή Μεσοσπορίτης γιατί τότε γίνεται η σπορά των δημητριακών.[1]

Συγκομιδή ελιάς με περιστροφική βέργα και χτένι.

Στις άλλες γεωργικές ασχολίες περιλαμβάνεται επίσης και το λιομάζωμα. Σύμφωνα με τον Νίκο Ψιλάκη: «Στα ελληνικά λιόφυτα αρχίζει κάθε Νοέμβρη το πανηγύρι της ελιάς. Παλιότερα οι γυναίκες με τα καλάθια μάζευαν μία-μία τις πεσμένες ελιές. Αλλού οι μαζωχτάδες χτυπούσαν τα κλαδιά με ράβδους και μάζευαν τον καρπό από τα στρωμένα ελαιόπανα. Τελευταία η τεχνολογία αντικατέστησε την αρχαία ξύλινη ράβδο με μεταλλική περιστρεφόμενη». Αλλά το λιομάζωμα μπορεί να διαρκέσει μέχρι και τον Γενάρη ή ακόμη και τον Μάρτη.[εκκρεμεί παραπομπή]

Ο αρχάγγελος Μιχαήλ (12ος αιώνας, Ιερά Μονή Όρους Σινά)

Ανάμεσα στις γιορτές του μήνα περιλαμβάνεται και η εορτή των Ταξιαρχών Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ στις 8 Νοεμβρίου, γι’ αυτό ο Νοέμβριος ονομάζεται σε ορισμένες περιοχές της χώρας μας και Αϊ-Ταξιάρχης και Αρχαγγελίτης. Ο Αρχάγγελος Μιχαήλθεωρείται και ως «ο κατ’ εξοχήν ψυχοπομπός άγγελος» γι αυτό και σε ορισμένες περιοχές την παραμονή της εορτής του έφερναν τα παπούτσια τους μέσα στο σπίτι για να μην τα δει ο Μιχαήλ και έλθει να τους πάρει πριν την ώρα τους.

Στις 14 Νοεμβρίου εορτάζεται η μνήμη του αγίου Φιλίππου που σύμφωνα με τον Γεώργιο Ν. Αικατερινίδη: 

«…ήταν φτωχός γεωργός, ο οποίος όλη τη μέρα δούλευε στο χωράφι του. Όταν το βράδυ γύρισε στο σπίτι του, έσφαξε το μοναδικό του βόδι και μοίρασε το κρέας στους συγχωριανούς του για να αποκρέψουν, όπως επιβάλλεται πριν από τα Χριστούγεννα. Το πρωί όμως που σηκώθηκε, βρήκε το ζώο του ζωντανό από θεϊκό θαύμα. Γι’ αυτό, επειδή ήταν πολύ αγαθός, άγιασε όταν πέθανε. Η μέρα του Αϊ-Φίλιππα ημερολογιακά έχει ιδιαίτερη σημασία, αφού τότε ξεκινά η 40ήμερη νηστεία για τα Χριστούγεννα».

— Γεώργιος Ν. Αικατερινίδης
Η Αγία Αικατερίνα. Εικόνα του 14ου αι. από τη Βέροια στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο.

Γι' αυτό η περίοδος αυτή μέχρι τα Χριστούγεννα ονομάζεται Σαρανταήμερο ή Σαραντάμερο. Την ίδια ημέρα τιμάται επίσης και η μνήμη του Γρηγόριου Παλαμά αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης που ήταν διαπρεπής θεολόγος και εκφραστής του Ησυχασμού.

Στις 25 Νοεμβρίου τιμάται η μνήμη της αγίας Αικατερίνης η οποία, σύμφωνα με την Μάρω Κ. Παπαθανασίου: 

«…γεννήθηκε και έζησε στην Αλεξάνδρεια επί Μαξιμιλιανού. Ήταν κόρη του έπαρχου Αλεξανδρείας Κώνστα (ή Κέστου), γυναίκα σπάνιας σοφίας και ωραιότητας. Όπως μαρτυρεί η εκκλησιαστική παράδοση, σε συζήτηση περί πίστεως που είχε με πενήντα φιλοσόφους, η Αικατερίνη μετέστρεψε στον χριστιανισμό όχι μόνο αυτούς αλλά και πολλούς κρατικούς αξιωματούχους και άλλους επιφανείς. Η εμμονή στην πίστη της εξόργισε τον αυτοκράτορα, που διέταξε τον βασανισμό της και, τελικά, τον αποκεφαλισμό της το 305».

— Μάρω Κ. Παπαθανασίου

Η μεγαλύτερη, όμως, γιορτή του μήνα είναι τα Εισόδια της Θεοτόκου στις 21 Νοεμβρίου. Σύμφωνα με τον Σάββα Αγουρίδη η καθιέρωση της εορτής έγινε τον 8ο αι. μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, ενώ την αναφορά των «…Εισοδίων της Θεοτόκου στα Άγια των Αγίων [του Ιερού των Ιεροσολύμων] και παραμονής της εκεί βρίσκουμε στο απόκρυφο λαϊκό κείμενο που [ονομάστηκε] ‘Πρωτοευαγγέλιον Ιακώβου’...». Η παράδοση της Θεοτόκου στο Ιερό έγινε από τους γονείς της, τον Ιωακείμ και την Άννα, «…όταν ήταν τριών ετών, και έτσι την αφιέρωσαν στον Θεό, αφού η Μαρία παρέμεινε εντός του Ιερού, όπου την υποδέχτηκε ο Ζαχαρίας (προφανώς ο ιερέας πατέρας του Ιωάννη του Προδρόμου) και την εισήγαγε στο Ιερό, όπου έμεινε μέχρι της ηλικίας των 14 ή 15 ετών».

Βροχή "Λεοντιδών"Επεξεργασία

Ένας από τους διάττοντες της Βροχής των Λεοντιδών
Οι "Λεοντίδες" φαίνονται ότι προέρχονται από τον Αστερισμό του Λέοντα

Ένα ιδιαίτερα θεαματικό, πολλές φορές, ουράνιο φαινόμενο συμβαίνει γύρω στις 17 Νοεμβρίου κάθε χρόνου οπότε μια ετήσια «βροχή διαττόντων» στολίζει με δεκάδες φωτεινά πεφταστέρια τον ουρανό μας όταν μια ροή σωματιδίων μερικών δεκάδων διαττόντων την ώρα σχηματίζουν την «βροχή των Λεοντιδών». Η βροχή αυτή ονομάζεται έτσι επειδή τα μετέωρα αυτά φαίνονται ότι προέρχονται από την κατεύθυνση του αστερισμού του Λέοντα, και οφείλονται στα σωματίδια που αφήνει πίσω του ο κομήτης Τεμπλ-Τατλ. Αυτό που συμβαίνει είναι το εξής: καθώς η Γη μας περιφέρεται στην τροχιά της γύρω από τον Ήλιο, συναντάει κάθε Νοέμβριο το σύννεφο των σωματιδίων του κομήτη Τεμπλ-Τατλ που είναι σχετικά μαζεμένα μαζί σε ομάδες και τέμνουν την τροχιά της Γης. Έτσι καθώς η Γη μας τρέχει με 108.000 χιλιόμετρα την ώρα, πέφτει ακάθεκτη πάνω στο σύννεφο των σωματιδίων. Τα μικροσκοπικά αυτά σωματίδια, με βάρος ενός γραμμαρίου, χτυπάνε τα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιράς μας σε ύψος 100 περίπου χιλιομέτρων και αναφλέγονται. Η ανάφλεξη αυτή ιονίζει τα γύρω στρώματα της ατμόσφαιρας, σχηματίζοντας έτσι μια φωτεινή σφαίρα 2 έως 3 μέτρων που κινείται με ταχύτητα 30 έως 60 χιλιομέτρων το δευτερόλεπτο. Αυτή τη φωτεινή σφαίρα, λοιπόν, βλέπουμε από τη Γη, και ονομάζουμε διάττοντα, μετέωρο, ή «πεφταστέρι».

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και ιδιαίτερα μετά από κάποια πρόσφατη διέλευση ενός κομήτη ο ρυθμός αυτός μπορεί και να ξεπεράσει ακόμη και τα χίλια μετέωρα την ώρα. Σ’ αυτή την περίπτωση η «Βροχή» μετατρέπεται σε «Καταιγίδα». Η μεγαλύτερη «Καταιγίδα  Διαττόντων» που παρατηρήθηκε ποτέ ήταν η «Καταιγίδα των Λεοντιδών» στις 12 προς 13 Νοεμβρίου του 1833 όταν τα μετέωρα έμοιαζαν με πυροτεχνήματα από μια ροή δεκάδων μετεώρων κάθε δευτερόλεπτο που διήρκεσε επί ώρες. Ένας ιστορικός μάλιστα το 1878 την θεώρησε ως ένα από τα 100 πιο σημαντικά γεγονότα του αιώνα. Πολλές ξυλογραφίες έχουν απεικονίσει το γεγονός με μεγάλη επιτυχία. Αρκετοί μάλιστα κοινωνιολόγοι αποδίδουν στο ουράνιο αυτό φαινόμενο την εξάπλωση της θρησκομανίας που επηρέασε τα επόμενα χρόνια την όλη κοινωνική εξέλιξη και τον σύγχρονο χαρακτήρα των ΗΠΑ.



Καλό μήνα!

Πηγή: https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%9D%CE%BF%CE%AD%CE%BC%CE%B2%CF%81%CE%B9%CE%BF%CF%82

🍁🍁Ευχαριστούμε που μας διαβάσατε🍁

Πέμπτη 23 Σεπτεμβρίου 2021

ΜΑΖΕΨΕ ΜΟΝΟΣ ΣΟΥ ΤΟ ΑΛΑΤΙ ΣΟΥ...



Είναι λάθος που αγοράζουμε αλάτι σε πλαστική συσκευασία από super market, δεν είναι αυτό το γνήσιο αλάτι.  Παράγεται στις αλυκές της Ελευσίνας, με τη μολυσμένη θάλασσα και μολυσμένο αέρα από τα διυλιστήρια πετρελαίου. Και έχει πρόσθετα χημικά, τα  αντισυσσωματικά, για να γίνεται σκόνη, και να μην γίνεται κόκκοι. Δυστυχώς αυτό προτιμούν οι 99% λόγω διαφημίσεως, και λόγω φτηνής τιμής.

Το σωστό είναι να αγοράζουμε  αφράλατο, κι ας έχει ακριβή τιμή.  Το μαζεύουν επάνω στα βράχια, της θάλασσας.
 Το καθαρίζουν από σκουπιδάκια, από εντομάκια, κλπ, το βράζουν λίγο για να φύγει η σκόνη, το κατακάθι , το ξεραίνουν στον ήλιο για 2-3 μέρες, και αυτό είναι το αληθινό γνήσιο αλάτι, πε-ντα-νό-στι-μο. Αυτό έτρωγαν οι αρχαίοι , έως και πριν λίγα χρόνια που βγήκε το βιομηχανικό...
   Μπορείς και μόνος σου να μαζέψεις αφράλατο.  
Αλλά υπάρχει κι άλλος τρόπος! Ειδικά στην Ελλάδα, όπου το 90% των κατοίκων ζουν σε παραθαλάσσιες περιοχές...  
Πάς στην παραλία,  φθινόπωρο έως άνοιξη, που η θάλασσα είναι πιό καθαρή, και βάζεις σε δοχεία 20-30-50-100 κιλά θαλασσινό νερό. Το μαζεύεις όταν η θάλασσα είναι 'λάδι' και διαυγής, και σε περιοχές μακριά από πόλεις. Και το ρίχνεις σταδιακά σε μια μεγάλη λαμαρίνα, στον ήλιο, σκεπασμένη και με τζάμι. Το νερό θα εξατμιστεί και θα σου μείνει το αλάτι, το δικό σου αλάτι ! Καλύτερο κι απ το αφράλατο!
Θα ρωτήσει κάποιος: μα 20 κιλά νερό, πόσο αλάτι θα βγάλει? Η απάντηση είναι πως θα βγάλει 2-3 κουταλιές, όσο χρησιμοποιεί ένας άνθρωπος για 1-2 μήνες. Τί λέτε?, αξίζει τον κόπο να εργαστείς 5 ώρες για το αγνό αλάτι της χρονιάς σου?
Όχι μόνο αξίζει τον κόπο για οικιακή κατανάλωση, αλλά είναι και μια ωραία ιδέα, ειδικώς  για έναν που έχει παραθαλάσσιο σπίτι να φτιάξει μια οικολογική οικιακή αλυκή, να παρασκευάζει κάθε μέρα 1-2 κιλά αλάτι, να το συσκευάζει σε γυάλινα και πήλινα βαζάκια και να το πουλάει στην περιοχή του. Χωρίς καθόλου χημικά!
 Θα βγάζει ένα πολύ καλό μεροκάματο. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι στην Ελλάδα θα βρουν δουλειά ως 'αλατάδες'. 
Δεν ξαναγοράζουμε 'βιομηχανικό' αλάτι φερμένο από αλλού , δεν ξαναγοράζουμε σε πλαστική συσκευασία! Αγοράζουμε αφράλατο, ή το μαζεύουμε οι ίδιοι, ή παίρνουμε νερό θαλασσινό και παράγουμε δια της  εξατμίσεως το αλάτι μας!

Πέμπτη 1 Απριλίου 2021

 ΑΠΡΙΛΗΣ



«Τον Απρίλη και τον Μάη, έπαιρνε ακαμάτη εργάτη.»

Για τη βροχή του Απριλίου υπάρχουν πολλές παροιμίες:
«Του Απρίλη η βροχή, κάθε κόμπος και φλουρί.»
«Αν ρίξει Απρίλης τρεις βροχές κι ο Μάης άλλες δύο,
να δεις σταφύλια σαν παιδιά και πίτες σαν αλώνια.»

Ο Απρίλιος με τον Μάιο είναι οι κατεξοχήν μήνες των λουλουδιών:
«Ο Απρίλης με τα λούλουδα κι ο Μάης με τα ρόδα.»

Ο Απρίλης όμως δεν είναι πάντοτε καλοκαιρινός:
«Το κρύο φύλαε ως τ’Απριλιού τις δώδεκα,
ακόμα και στις δεκαχτώ πέρδικα ψόφησε στ’αβγό.»

Απρίλιος, Απρίλης και Αϊγιωργίτης

Απρίλης, να πριστεί να σκάσει.

Απρίλη μέρες ζύμωνε κι αν έχεις στράτες πήγαινε.



Απρίλης γρίλης, τιναχτοκοφινίδης (τελειώνουν οι καρποί που είχαν μαζευτεί από την περασμένη σοδειά και τινάζονται έτσι τα κοφίνια).

Αν βρέξει Απρίλης δυο νερά
κι ο Μάης άλλο ένα
χαρά σε κείνον τον ζευγά
πούχει πολλά σπαρμένα.

Τόση ήταν η αγάπη μας
σαν τ’ Απριλιού το χιόνι
όπου το στρώνει από βραδύς
και το πρωί το λειώνει (και μεταφορικά για τις σύντομες φιλίες).

Αν βρέξει ο Απρίλης δυο νερά
κι ο Μάης πέντε δέκα
να δεις το κοντοκρίθαρο
πώς στρίβει το μουστάκι.
Να δεις και τις αρχόντισσες, πώς ψιλοκρισαρίζουν,
να δεις και τη φτωχολογιά πώς ψιλοκοσκινάει.

Απρίλη, Απρίλη αφόρετε.

Αν βρέξει ο Απρίλης δώδεκα, κι ο Μάης μια και φίνα,
αξίζει τ’ αλαφόπουλο, μ’ όλη την ελαφίνα.

Αν βρέξει ο Απρίλης δυο βροχές, και Μάης μια, θα είν’ το ψωμί σου ψηφορά και το κρασί σου νάμα (πρόσφορο και κρασί για λειτουργία).

Απρίλης, Μάης, κοντά είναι το θέρος.

Απρίλης, Μάης κουκιά μεστωμένα.

Απριλίου δεκαοχτώ, να ‘χεις το μάτι σου ανοιχτό.
Πέρασαν οι δεκαοχτώ, άραξε σ’ ένα αυγό (για τους θαλασσινούς, με τις φουρτούνες)

Και τ’ Απριλιού τις δεκαοχτώ
πέρδικα ψόφησε στ’ αυγό (έκανε κρύο).

Απρίλης με τα λούλουδα, και Μάης με τα χορτάρια. Και τ’ Αϊ-Γιωργιού να φέξει!

Ο Απρίλης κι αν χιονίζει καλοκαίρι θα μυρίζει.

Όσες πομένουν (απομένουν) τ’ Απριλιού και τρεις από το Μάη (για τον υπολογισμό των ημερών της νηστείας των Αγίων Αποστόλων. (Κρητική παροιμία)

Όλο το χρόνο έτρεμα, ως δώδεκα Απριλίου, αν ρωτάς στις δεκαοχτώ, πέρδικα πάγωσε στ’ αυγό. (παροιμία Λέσβου)



Μ.Κ

 


Τετάρτη 24 Μαρτίου 2021

 

Ασπρογάλανο πανί

Εικόνα

Mιλούσανε δυο νεράιδες:

— Τι σημαία να δώσουμε σ' αυτή τη χώρα; είπαν κι έδειξαν την Ελ­λάδα.

— Ας ρωτήσουμε την ίδια, είπε η μια.

— Ας ρωτήσουμε, συμφώνησε και η άλλη.

Βρήκαν την Ελλάδα να λούζεται σε μια καταγάλανη θάλασσα και να στεγνώνει κάτω από έναν ολόλαμπρο ήλιο.

— Κυρά, κυρά αρχόντισσα, κυρά μας παινεμένη, Ελλάδα δοξασμένη, τι χρώμα θέλεις να 'χει η σημαία σου;

— Να ρωτήσω τα παιδιά μου, είπε η Ελλάδα.

Τα μισά παιδιά της ζούσαν στη στεριά, παιδεύονταν* με τη γη και τα βουνά.

— Κυρά, κυρά αρχόντισσα, κυρά μας παινεμένη, Ελλάδα δοξασμένη, σκληρός ο τόπος. Και η δουλειά σκληρή. Μα άσπρα περιστέρια οι ψυχές μας. Γι΄ αυτό άσπρη, ολόασπρη τη θέμε* τη σημαία μας. 

Τα 'γραψε τα λόγια αυτά σε χρυσόδετο τεφτέρι* η Ελλάδα.

— Ας πάω τώρα να ρωτήσω και τ' άλλα μου παιδιά, τα παιδιά της θάλασσας, είπε η Ελλάδα.

Τα βρήκε να παλεύουν με τα δίχτυα. Να τα τραβούν με κόπο, γιατί ήταν γιομάτα απ' ασημένια λαχταριστά ψάρια.

— Κυρά, κυρά αρχόντισσα κυρά μας παινεμένη, Ελλάδα δοξασμένη, εμάς οι ψυχές μας είναι δοξασμένες στο γαλανό νερό. Τούτη η θάλασσα η μεγάλη, που μας δίνει χαρά και ζωή, θέλουμε να χωρέσει τη σημαία μας. 

Τα 'γραψε και τούτα τα λόγια η Ελλάδα σε χρυσόδετο τεφτέρι και το 'δωσε, το τεφτέρι, στις νεράιδες.

— Έτσι να γίνει, είπαν εκείνες.

Και τότε μέσα από την αφρισμένη θάλασσα βγήκε τ' ασπρογάλανο πανί κι απλώθηκε σε ουρανό και γη. Κείνη την ώρα ο ήλιος άστραψε, έσκυψε, φίλησε το πανί και το φίλημά του έγινε ένας ολόχρυσος σταυρός. 

— Η σημαία μας, είπε η Ελλάδα. Η σημαία για τα παιδιά της στεριάς, για τα παιδιά της θάλασσας.

Της Γαλάτειας Σουρέλη

http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2160/Anthologio_A-B-Dimotikou_html-empl/index8_1.html


Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2021

 Ο ΜΥΘΟΣ ΤΗΣ ΝΕΦΕΛΗΣ



ΝΕΦΕΛΗ

Η Νεφέλη ήταν Ωκεανίδα, θέα της φιλοξενίας. Ο μυθος λέει πως ο Δίας την δημιούργησε δίνοντας της την μορφή της Ήρας για να ξεγελάσει τον Ιξίωνα βασιλιά της Θεσσαλίας. Τον Ιξίωνα ο Δίας κάποτε τον κάθισε στο τραπέζι των θεών. Ο Ιξίωνας πόθησε την Ήρα δείχνοντας αγνωμοσύνη προς τον Δια. Ο Δίας το αντελήφθη και για να καταλάβει μέχρι ποίου σημείου έφτανε η αγνωμοσύνη του Ιξίωνα, έδωσε στην Νεφέλη την μορφή της Ήρας. Έτσι ξεγέλασε τον Ιξίωνα, ώστε να ζευγαρώσει μαζί της. Από την ένωση τους προήλθε το γένος των Κεντάυρων. Ο Ιξίωνας κεραυνοβολήθηκε και διώχτηκε από τον Όλυμπο. Η Νεφέλη παντρεύτηκε τον βασιλιά Αθάμαντα. Ο Αθάμαντας αργότερα παντρεύτηκε την Ινώ. Τα παιδιά της Νεφέλης και του Αθαμαντα, ο Φρίξος και η Ελλη αποτέλεσαν αντικείμενο μίσους από την Ινώ. Η Ινώ ήθελε τον θρόνο για τους δικούς της γιούς, Λέαρχο και Μελικέρτη. Η Ινώ κατάφερε να πείσει της γυναίκες, να βράσουν το σιτάρι που προορίζονταν για σπορά, και να το καταστρέψουν.Έπεσε έτσι πείνα στο βασίλειο. Ο Αθάμαντας ζήτησε την βοήθεια του μαντείου των Δελφών. Η Ινώ όμως δωροδόκησε τους κομιστές του χρησμού, λέγοντας πως για να εξαγνιστεί όλο αυτό το κακό έπρεπε να θυσιαστεί ο Φρίξος. 

Η Νεφέλη όμως έστειλε την τελευταία στιγμή στο βωμό, ένα χρυσό κριάρι. Με αυτό τα παιδιά απομακρύνθηκαν, και πετώντας πάνω από την θάλασσα η Ελλη έπεσε στα νερά και χάθηκε. Από τότε η θάλασσα εκεί ονομάστηκε Ελλήσποντος. Ο Φρίξος έφτασε στην Κολχίδα και εκεί χάρισε το χρυσό κριάρι με το χρυσόμαλλο δέρας στον βασιλιά Αιήτη, και παντρεύτηκε την κόρη του Χαλκιόπη.
Διασκευή:Καρακιτσιου Μαρία
Πληροφορίες από:Wikipedia 





  Μάζεμα-διατήρηση ελιών και λαδιού Πότε να μαζεύουμε τις ελιές. Για την καλή ποιότητα του λαδιού έχει μεγάλη σημασία ή εποχή πού θα μαζέψου...